Τετάρτη 12 Οκτωβρίου 2011

Εθνική λύση η διάλυση...

Βρισκόμαστε εν μέσω θύελ­λας στις διεθνείς αγορές κε­φαλαίου και κυρίως στις χρη­ματιστικές αγορές, όπου η κίνηση των χρηματιστηρίων σημειώνει διαρκώς αρνητικά ρεκόρ πιάνοντας πά­το. Τόσο στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ όσο και στην Ασία, όπου μέχρι πρόσφατα στηρίζονταν όλες οι ελπίδες «ανάκαμ­ψης» της παγκόσμιας οικονομίας.

Οι χρηματαγορές έχουν αισίως φτά­σει πολύ κοντά στο επίπεδο του φθινο­πώρου του 2008, όταν είχε ξεσπάσει το μεγάλο κραχ μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers. Από τις 26 Ιου­λίου έως σήμερα τα χρηματιστήρια έχουν χάσει πάνω από 9 τρισ. δολάρια κεφαλαιοποίησης, κυρίως από τις τρα­πεζικές μετοχές της Ευρώπης και των ΗΠΑ. Μόνο μια εβδομάδα νέων αρνητι­κών ρεκόρ χωρίζει τις διεθνείς αγορές χρήματος από ένα νέο μεγάλο κραχ. Κι αυτή τη φορά όλα δείχνουν ότι θα είναι πολύ χειρότερο από το προηγούμενο.
«Να φοβάστε!»
Το «Economist» (1.10) εκδηλώνει τον διάχυτο πανικό λέγοντας: «Να φοβά­στε! Η παγκόσμια οικονομία θα συνε­χίσει να κατευθύνεται προς μια μαύρη τρύπα, εκτός κι αν οι πολιτικοί ενεργή­σουν πιο τολμηρά». Πρόκειται για την πιο μακάβρια αποκαθήλωση της ελεύ­θερης αγοράς και της θεολογικής λογι­κής που τη θέλει να λειτουργεί πάντα ορθολογικά. Αρκεί να μην παρεμβαί­νουν το κράτος και οι πολιτικοί.

Μα, αν οι ελεύθερες και παγκοσμι-οποιημένες αγορές είναι κάτι το από­λυτα αναγκαίο και λειτουργικό, τότε γιατί όλα εξαρτώνται από το πώς θα ενεργήσουν οι πολιτικοί; Πόσα και πό­σα διδακτορικά και νόμπελ Οικονομί­ας, ή σωστότερα οικονομικής θεολο­γίας, αποδεικνύονται σήμερα σαβού­ρα, άξια μόνο για σκουπιδοτενεκέδες, καθώς οι αγορές και οι θιασώτες τους έχουν εναποθέσει όλες τις ελπίδες τους στους πολιτικούς και στην τόλμη των ενεργειών τους...

Μόνο που είναι πλέον πολύ αργά. Τα κράτη σήμερα, ακόμη και τα πιο ανε­πτυγμένα, δεν έχουν ούτε επαρκή μέ­σα ούτε την αναγκαία οικονομική επι­φάνεια για να παρέμβουν διορθωτικά στις αγορές. Δεν διαθέτουν πια ούτε τη ρευστότητα που είχαν όταν ξέσπα­σε η παγκόσμια κρίση, μια και τη διο­χέτευσαν στη στήριξη των τραπεζών και των χρηματαγορών διεθνώς. Το αποτέλεσμα ήταν να συσσωρευτούν μεγαλύτερα χρέη και να διογκωθούν ακόμη περισσότερο οι τραπεζικές «φούσκες».

Από την άλλη, η κατάργηση της εθνικής ρύθμισης οδήγησε σε μια τρομακτική υποβάθμιση της κυρίαρχης πολιτικής. Οι αγορές δεν έχουν ανά­γκη από πολιτικούς ηγέτες, αλλά από πολιτικούς διαχειριστές, ικανούς να εκτελούν εντολές και να πειθαρχούν απόλυτα στις απαιτήσεις τους. Τώρα ωρύονται για «κρίση πολιτικής ηγεσί­ας». Και δεν έχουν άδικο.
Οι πολιτικοί των αγορών δεν διαθέ­τουν ούτε ανάστημα ούτε καν ανεξαρ­τησία σκέψης και δράσης, τέτοια που θα τους βοηθούσε να λειτουργήσουν παρεμβατικά στην κρίση του δικού τους συστήματος. Πρόκειται για ένα εξαιρε­τικά ιδιότυπο είδος αργυρώνητων πο­λιτικών, που ξέρουν μόνο από ίντριγκα και διαπλοκή. Πώς να ενεργήσουν σή­μερα με τόλμη, όταν φτιάχτηκαν ευθύς εξαρχής για να ενεργούν πάντα μέσα σε εξ αρχής δεδομένα και προκαθορι­σμένα πλαίσια;

Και καθώς η παγκόσμια κρίση της οι­κονομίας και της πολιτικής του κυρίαρ­χου συστήματος θα σπρώχνει τους θια­σώτες του σε περισσότερες εκκλήσεις και ενέργειες για ακόμη πιο ισχυρές δομές «παγκόσμιας διακυβέρνησης», τότε περισσότερο θα βαθαίνει η πρω­τοφανής ύφεση, πηγαίνοντας από κραχ σε κραχ, με μεσοδιαστήματα απατηλής «ανάκαμψης». Όχι της οικονομίας, ού­τε βέβαια της κοινωνίας, αλλά των αγο­ρών και της κερδοσκοπίας, που τώρα πια έχει μεταβληθεί σε βασική κινητή­ρια δύναμή τους.

Η... πολεμική «λύση»!

Κι αυτό διότι, αν κάτι έχουν διδάξει οι παγκόσμιες ιστορικές κρίσεις, σαν αυτήν που βιώνουμε σήμερα, είναι ότι δεν μπορούν να δοθούν διεθνείς λύ­σεις. Πρέπει αναγκαστικά να δοθεί λύ­ση σε εθνικό επίπεδο. Οι παγκόσμιες κρίσεις δεν μπορούν να βρουν τη λύση τους σε διεθνές επίπεδο, εκτός αν ξε­σπάσει παγκόσμια σύρραξη με τη μια ή την άλλη μορφή. Δεν συνέβη ποτέ και δεν πρόκειται να συμβεί σήμερα. Εκτός κι αν αυτοί που την αναζητούν σήμερα, ψάχνουν την ευκαιρία για να γεννη­θούν νέες πολεμικές συρράξεις.

Ορισμένοι δεν το κρύβουν. Όπως, π.χ., ο Πολ Κρούγκμαν, ο οποίος δεν κρύβει την άποψή του ότι μόνο ένας νέος πολεμικός παροξυσμός θα μπο­ρούσε να λυτρώσει την αμερικανική και την παγκόσμια οικονομία από την κρίση. Έτσι, στα τέλη Σεπτεμβρίου, σε μια ανοιχτή ομιλία του στο Μανχάταν της Νέας Υόρκης, ο Κρούγκμαν ισχυρί­στηκε ότι «αυτό που χρειαζόμαστε εί­ναι στην πραγματικότητα ένα οικονομι­κό ισοδύναμο του πολέμου». Και συνέ­χισε: «Αυτό που πραγματικά έφερε το τέλος στη Μεγάλη Ύφεση ήταν το τερά­στιο πρόγραμμα δημοσίων δαπανών, αλλιώς γνωστό ως Δεύτερος Παγκόσμι­ος Πόλεμος» («Huffington Post », 28.9).

Ο ίδιος λίγο νωρίτερα, κατά τη διάρκεια τηλεοπτικής εκπομπής, είπε με­ταξύ σοβαρού και αστείου: «Εάν εμείς ανακαλύψουμε ότι, ξέρετε, οι εξωγή­ινοι σχεδιάζουν να επιτεθούν στη Γη και χρειαζόμαστε μια μαζική συγκέ­ντρωση πόρων για την αντιμετώπιση της εξωγήινης απειλής και πραγματικά έπαιρναν δευτερεύουσα θέση ο πλη­θωρισμός και τα ελλείμματα του προϋ­πολογισμού, αυτή η ύφεση θα μπορού­σε να ξεπεραστεί σε 18 μήνες».

Και συνέχισε: «Και αν μετά, ξαφνικά, ανακαλύψουμε ότι κάναμε λάθος, ότι δεν υπάρχουν εξωγήινοι, θα ήμασταν καλύτερα...». Ένας άλλος παρευρισκό­μενος τον διέκοψε λέγοντας: «Δηλαδή μας λέτε ότι χρειαζόμαστε έναν Όρσον Γουέλς;». Ο Κρούγκμαν απτόητος του απάντησε: «Υπήρχε ένα επεισόδιο της “Ζώνης του Λυκόφωτος” [τηλεοπτική εκπομπή], όπου οι επιστήμονες επινό­ησαν μια ψεύτικη απειλή από εξωγήι­νους με σκοπό να πετύχουν την παγκό­σμια ειρήνη... Αυτή τη φορά τη χρεια­ζόμαστε για να πετύχουμε μια δημοσι­ονομική ενίσχυση» (CNN, 14.8).

Πολιτικό αδιέξοδο

Μπορεί όλα αυτά να είναι ένα ατυ­χέστατο και πολύ κακόγουστο αστείο, αλλά όσο επιμένει η παγκόσμια κρίση, όσο οι αγορές βιώνουν το πλήρες οικο­νομικό και πολιτικό αδιέξοδο, μπορεί ο παραλογισμός να εμφανιστεί ως η μό­νη βιώσιμη διέξοδος. Ειδικά για όσους επιμένουν ότι μόνο σε διεθνές επίπεδο μπορεί να αναζητηθεί λύση.
Δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαί­νει κάτι τέτοιο. Την εποχή του Κέυνς πρυτάνευε επίσης η ίδια λογική, ότι οι­κονομική διεθνοποίηση και η αλληλε­ξάρτηση των οικονομιών αποτελεί το μοναδικό ελιξήριο για την ανάπτυξη και την ειρήνη. Στην κορύφωση όμως της παγκόσμιας κρίσης, δηλαδή το 1933, ο Κέυνς είχε αρκετή ανεξαρτη­σία σκέψης για να καταλήξει σε διαφο­ρετικό συμπέρασμα:

«Μεγάλωσα, όπως και οι περισσό­τεροι Άγγλοι, με σεβασμό στο ελεύ­θερο εμπόριο, όχι μόνο ως οικονομική θεωρία, την οποία ένα ορθολογικό και μορφωμένο πρόσωπο δεν θα μπορού­σε ποτέ να αμφισβητήσει, αλλά σχε­δόν ως μέρος του ηθικού νόμου. Θεω­ρούσα ότι διαφοροποιήσεις από αυτό αποτελούν ταυτόχρονα ηλιθιότητα και προσβολή. Σκεφτόμουν ότι οι ακλό­νητες πεποιθήσεις περί ελεύθερου εμπορίου της Αγγλίας, που διατηρού­νταν για σχεδόν εκατό χρόνια, είναι η εξήγηση τόσο απέναντι στον άνθρωπο όσο και απέναντι στα επουράνια της οικονομικής υπεροχής της...

Όμως δεν φαίνεται σήμερα προφα­νές ότι μια μεγάλη συγκέντρωση της εθνικής προσπάθειας για να κατακτη­θεί το εξωτερικό εμπόριο, ότι η διείσ­δυση της οικονομικής δομής μιας χώ­ρας από τους πόρους και την επιρροή των ξένων καπιταλιστών, ότι μια στενή εξάρτηση της δικής μας οικονομικής ζωής από τις διακυμάνσεις των οικονο­μικών πολιτικών των ξένων χωρών αποτελούν εγγυήσεις και διαβεβαιώσεις της διεθνούς ειρήνης. Είναι πιο εύκο­λο, υπό το πρίσμα της εμπειρίας και της διορατικότητας, να υποστηρίξει κανείς το αντίθετο.

Η προστασία των συμφερόντων μιας χώρας στο εξωτερικό, η κατάκτηση νέ­ων αγορών, η άνοδος του οικονομικού ιμπεριαλισμού, όλα αυτά μόλις και με­τά βίας μπορούν να αποφευχθούν ως αναπόσπαστο μέρος μιας κατάστασης πραγμάτων η οποία αποσκοπεί στην όσο το δυνατόν μεγαλύτερη διεθνή εξειδίκευση και στη μέγιστη γεωγρα­φική διάχυση του κεφαλαίου οπουδή­ποτε κι αν βρίσκεται η έδρα της ιδιο­κτησίας του.

Ενδεδειγμένες εγχώριες πολιτικές μπορούν συχνά να είναι πιο εύκολο να αποδώσουν, αν, για παράδειγμα, το φαινόμενο που είναι γνωστό ως “φυγή των κεφαλαίων” θα μπορούσε να απο­κλειστεί. Το διαζύγιο ανάμεσα στην ιδι­οκτησία και την πραγματική ευθύνη της διαχείρισης είναι σοβαρή υπόθεση στο εσωτερικό μιας χώρας, όταν, ως αποτέ­λεσμα των πολυμετοχικών εταιρειών, η ιδιοκτησία κατακερματίζεται μεταξύ αμέτρητων ατόμων που αγοράζουν το συμφέρον τους για σήμερα, το πωλούν αύριο και τους λείπει συνολικά τόσο η γνώση όσο και η ευθύνη απέναντι σε ό,τι προς στιγμήν τους ανήκει.

Όμως, όταν η ίδια αρχή εφαρμό­ζεται διεθνώς, είναι, σε περιόδους έντασης, ανυπόφορη – είμαι ανεύθυ­νος προς ό,τι μου ανήκει και εκείνοι που λειτουργούν ό,τι μου ανήκει είναι ανεύθυνοι απέναντί μου. Μπορεί να υπάρχει κάποιος χρηματοοικονομικός υπολογισμός, ο οποίος δείχνει να είναι συμφέρον ότι η αποταμιεύσεις μου θα πρέπει να επενδυθούν σε οποιαδήπο­τε περιοχή του κατοικήσιμου πλανήτη παρουσιάζει τη μεγαλύτερη οριακή απόδοση του κεφαλαίου ή το υψηλό­τερο επιτόκιο.
Αλλά η εμπειρία λέει ότι η συσσώ­ρευση μεγάλης απόστασης ανάμεσα στην ιδιοκτησία και τη λειτουργία της κάνει κακό στις σχέσεις μεταξύ ανθρώ­πων και είναι πιθανό ή βέβαιο ότι μα­κροπρόθεσμα θα δημιουργήσει εντά­σεις και εχθρότητες που θα μηδενίσουν τον χρηματοοικονομικό υπολογισμό... Ως εκ τούτου, γι’ αυτούς τους σοβα­ρούς λόγους, τείνω προς την πεποίθη­ση ότι, όταν η μετάβαση ολοκληρωθεί, ένας μεγαλύτερος βαθμός εθνικής αυ­τάρκειας και οικονομικής απομόνωσης μεταξύ των χωρών από ό,τι υπήρχε το 1914 μπορεί να εξυπηρετήσουν την υπόθεση της ειρήνης.

Σε κάθε περίπτωση η εποχή του οι­κονομικού διεθνισμού δεν ήταν ιδιαίτε­ρα επιτυχής όσον αφορά την αποφυγή του πολέμου. Και αν οι φίλοι του αντα­παντούν πώς οι ατέλειες της επιτυχίας του ποτέ δεν του έδωσαν μια δίκαιη ευ­καιρία, είναι λογικό να επισημάνει κα­νείς ότι μια μεγαλύτερη επιτυχία είναι ελάχιστα πιθανή τα επόμενα χρόνια». («The Yale Review », Vol. 22, no. 4 [June 1933], σ. 755, 58).

Να μη γίνουμε Τρίτος Κόσμος


Τα ίδια ακριβώς ισχύουν και σήμερα. Δεν μπο­ρεί να υπάρξει ούτε κατά διάνοια περίπτωση μια οικονομία να βρει την έξοδο από την παγκόσμια κρίση αν δεν προτάξει τη δική της εθνική συ­γκρότηση. Ιδίως όταν πρόκειται για μια οικονο­μία σαν την Ελλάδα. Πρέπει να αντιστραφούν οι όροι λειτουργίας και ανάπτυξης της οικονομίας. Δεν μπορεί να εξαρτάται από την προσέλκυση ξένου κεφαλαίου και το άνοιγμα των αγορών της. Δεν μπορεί να αναζητά πλούτη από το εξωτερικό εμπόριο και την εξωστρέφεια των επιχειρήσεων, που αποκαλείται ανταγωνιστικότητα. Χρειάζεται επειγόντως να αναταχθεί η οικονομία με επίκε­ντρο την εσωτερική αγορά και τις εγχώριες ανά­γκες της μεγάλης πλειονότητας του πληθυσμού. Είναι απαραίτητο να κινητοποιηθούν πρώτα και κύρια οι εσωτερικές δυνάμεις παραγωγής.

Πριν αναζητήσουμε στο εξωτερικό αγορές για προϊόντα και υπηρεσίες, πρέπει πρώτα να εξα­σφαλίσουμε την ικανοποίηση των πιο ζωτικών αναγκών της εγχώριας οικονομίας και κοινωνίας. Πρέπει να σπάσει η εξάρτηση της ελληνικής οι­κονομίας από τις εισαγωγές κεφαλαίου και εμπο­ρευμάτων. Διαφορετικά η Ελλάδα θα ακολουθή­σει τον δρόμο του Τρίτου Κόσμου, που μπορεί να παρουσιάζει εξαγωγικές επιδόσεις, αλλά κοινω­νικά και πολιτικά ανήκει ακόμη στον 18ο αιώνα. Δεν μπορεί να υπάρξει κανένας άλλος τρόπος για να ξεφύγουμε από το αδιέξοδο στο οποίο έχου­με βρεθεί.

Αυτόκλητοι σωτήρες

Την εποχή του Μεσοπολέμου, κατά τη διάρ­κεια της Μεγάλης Ύφεσης, όσο κι αν προσπάθη­σε το κυρίαρχο σύστημα να ακολουθήσει τις διο­ρατικές παρατηρήσεις του Κέυνς, δεν μπόρεσε.
Το Νιου Ντιλ στις ΗΠΑ και ο φασισμός ή ο ναζι­σμός στην Ευρώπη ήταν οι δυο ακραίες εκδοχές του καπιταλιστικού οικουμενισμού ή της παγκο­σμιοποίησης της εποχής εκείνης.
Οι λαοί, στην προσπάθειά τους να βρουν τον δικό τους δρόμο μέσα από το αδιέξοδο, δοκίμα­σαν τη λύση των Λαϊκών Μετώπων. Αν και η περί­οδος των Λαϊκών Μετώπων είναι η μόνη που έφε­ρε αποτελέσματα στην αντιμετώπιση της κρίσης προς όφελος του λαού, απέτυχε ως προς τον τε­λικό σκοπό της. Κι αυτό επειδή τα Λαϊκά Μέτω­πα έμειναν σε μια συμφωνία κορυφής, χωρίς να υπολογίζουν την αληθινή δυναμική των λαϊκών μαζών.
Τότε ήταν συνηθισμένο αυτόκλητες πρωτοπο­ρίες, ηγέτες και ηγετίσκοι να μιλούν για τη μάζα, να ξέρουν καλύτερα από αυτήν και να την κα­λούν να τους ακολουθήσει τυφλά. Η λογική αυτή έφερε τον εκφυλισμό σε ό,τι πιο ελπιδοφόρο για τους λαούς γέννησε εκείνη η εποχή.

Αδυναμία διεξόδου


Σήμερα τα πράγματα είναι τελείως διαφορε­τικά. Το κυρίαρχο σύστημα αδυνατεί να δώσει έστω και προσωρινή λύση στο αδιέξοδο όχι μό­νο της Ελλάδας, αλλά και παγκοσμίως. Οι αγορές δεν επιτρέπουν κανενός είδους ευελιξία ή τόλμη. Μόνο επιδείνωση της καταστροφής μπορεί να υποσχεθεί. Η λύση ενός αληθινού, αυθεντι­κού Λαϊκού Μετώπου μπορεί να υπάρξει σήμερα μόνο με τον λαό κυρίαρχο στη δική του οργάνω­ση. Χωρίς συμφωνίες κορυφής, πολιτικές συνι­στώσες και συνισταμένες. Μόνο με όρους αλη­θινής μαζικής αυτοοργάνωσης σε κάθε γειτονιά και χώρο δουλειάς. Χωρίς πιστοποιητικά κοινωνι­κών φρονημάτων ή δηλώσεις μετανοίας.

Η ώρα της δράσης έχει φτάσει...

Τα τονίζουμε όλα αυτά γιατί η ώρα των οικονομικοπολιτικών αναλύσεων τελείωσε. Το Eurogroup επίσημα πια μεθοδεύει την επίσημη πτώχευση της χώρας. Ο κ. Βενιζέλος ουσιαστικά το ανακοίνωσε με τη συνέντευξη που έδωσε την Τρίτη. Πώς αντι­μετωπίζει ένας λαός αυτό το άμεσο ενδεχόμενο της επίσημης πτώχευσης; Έχει κανείς απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα;
Οι κυρίαρχες δυνάμεις επιδιώκουν να σπείρουν τον πανικό και την απόγνωση. Δεν θα δ ιστάσουν στο αμέσως επόμενο διάστημα να αναστείλουν ή να κα­θυστερήσουν για ένα διάστημα πληρωμές μισθών και συντάξεων για να πανικοβάλουν τον κόσμο και να τον κάνουν να παρακαλεί για την επέμβαση της τρόικας, να παρακαλεί για την 6η δόση κ.ο.κ.

Κοινωνική συνοχή


Πώς θα αντιμετωπίσει ο λαός αυτές τις ασκή­σεις πανικού και χτυπήματος του ηθικού του; Υπάρχει κάποια δύναμη που να δίνει σαφή απάντη­ση; Οι ηγεσίες των κομμάτων της αντιπολίτευσης πολιτεύονται με σκοπό να καρπωθούν τη δυσαρέ­σκεια του κόσμου στις επόμενες εκλογές. Σκασίλα τους για τα υπόλοιπα. Άλλοι πάλι ονειρεύονται ψη­φοδέλτια και πολιτικά μέτωπα που θα τους ανοί­ξουν την πόρτα του Κοινοβουλίου.

Υπάρχει λοιπόν τρόπος να αντιμετωπίσει ο λαός την επερχόμενη πτώχευση; Μονάχα ένας: να κρα­τήσει την ψυχραιμία του και να οργανωθεί στις γει­τονιές, να αποκαταστήσει και να περιφρουρήσει την κοινωνική του συνοχή, να μην επιτρέψει να τον πανικοβάλουν και να τον μετατρέψουν σε ζώο με αγελαία ένστικτα κοινωνικού κανιβαλισμού. Αυτό προέχει σήμερα. Και η μόνη δύναμη που μπορεί να το πετύχει σήμερα αυτό είναι το Ενιαίο Παλλαϊ­κό Μέτωπο, που απλώνεται γοργά σε όλες τις γει­τονιές, σε κάθε χωριό και πόλη της Ελλάδας. Μια νέα δύναμη έχει γεννηθεί και μαζί της η ελπίδα ότι μπορούμε να τα καταφέρουμε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου