Του Ιάκωβου Μιχαηλίδη
μετά την ολοκλήρωση των ανταλλαγών των πληθυσμών (ελληνοβουλγαρική και ελληνοτουρκική), στη «Μακεδονία του Αιγαίου» εξακολουθούσαν να παραμένουν περίπου 269.000 «Μακεδόνες».[1]
Οι θέσεις του αυτές επαναδιατυπώθηκαν κατά τα επόμενα χρόνια από τους Γιουγκοσλάβους ιστορικούς. Έτσι, λίγα χρόνια αργότερα, ο Χρήστο Αντώνοφσκι επιβεβαίωσε τα απογραφικά στοιχεία του Βλαχώφ.[2] Αλλά και η νεότερη γιουγκοσλαβική ιστοριογραφία αποδέχθηκε, με μικρές μόνο διαφοροποιήσεις, τα στοιχεία αυτά. Ο Μιχαήλ Κεραμιτζίεφ, από το χωριό Γάβρος της Καστοριάς, στέλεχος του Σ.Ν.Ο.Φ. στην Κατοχή, Εθνοσύμβουλος του Ε.Α.Μ. και στέλεχος του Ν.Ο.Φ. κατά τον Εμφύλιο Πόλεμο (1946-1949), ισχυρίστηκε πως το 1928 ο αριθμός των «Μακεδόνων» της «Αιγαιακής Μακεδονίας» δεν μπορούσε να είναι μικρότερος από 220.000 άτομα[3], ενώ ο Κισελινόφσκι τούς υπολόγιζε σε 243.067 άτομα[4] και ο Πόποφσκι σε 247.139 άτομα.[5]
Από την πλευρά τους οι Σλάβοι ιστορικοί, στη συντριπτική τους πλειοψηφία Γιουγκοσλάβοι, δημοσίευσαν διαφορετικούς, εντυπωσιακά μεγαλύτερους αριθμούς για το σλαβόφωνο πληθυσμό της Ελλάδας. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό πως η γιουγκοσλαβική ιστοριογραφία, της οποίας το ενδιαφέρον για τις εξελίξεις στην ελληνική Μακεδονία αυξανόταν σταδιακά μετά το 1945, σε αντίθεση με εκείνο της βουλγαρικής που μειωνόταν, μετονόμασε, χωρίς όμως πειστική αρχειακή τεκμηρίωση, τους σλαβόφωνους κατοίκους της Ελλάδας από «Βούλγαρους» σε «Μακεδόνες».
Έχει εξαιρετική σημασία το γεγονός ότι οι θέσεις των Γιουγκοσλάβων ιστορικών (στη συντριπτική τους πλειοψηφία Σλαβομακεδόνες από τη Σ.Δ.Μ.) αναφορικά με την πληθυσμιακή σύνθεση της Μακεδονίας δεν έχουν μεταβληθεί στο διάστημα μιας πεντηκονταετίας. Ουσιαστικά, η αφετηρία της βιβλιογραφίας τους βρίσκεται στους λόγους που εκφώνησε ο Δήμηταρ Βλαχώφ, το διάστημα 1945-1947. Ο Βλαχώφ υποστήριξε πως.....
Οι θέσεις του αυτές επαναδιατυπώθηκαν κατά τα επόμενα χρόνια από τους Γιουγκοσλάβους ιστορικούς. Έτσι, λίγα χρόνια αργότερα, ο Χρήστο Αντώνοφσκι επιβεβαίωσε τα απογραφικά στοιχεία του Βλαχώφ.[2] Αλλά και η νεότερη γιουγκοσλαβική ιστοριογραφία αποδέχθηκε, με μικρές μόνο διαφοροποιήσεις, τα στοιχεία αυτά. Ο Μιχαήλ Κεραμιτζίεφ, από το χωριό Γάβρος της Καστοριάς, στέλεχος του Σ.Ν.Ο.Φ. στην Κατοχή, Εθνοσύμβουλος του Ε.Α.Μ. και στέλεχος του Ν.Ο.Φ. κατά τον Εμφύλιο Πόλεμο (1946-1949), ισχυρίστηκε πως το 1928 ο αριθμός των «Μακεδόνων» της «Αιγαιακής Μακεδονίας» δεν μπορούσε να είναι μικρότερος από 220.000 άτομα[3], ενώ ο Κισελινόφσκι τούς υπολόγιζε σε 243.067 άτομα[4] και ο Πόποφσκι σε 247.139 άτομα.[5]
Αξίζει να αναλυθεί και να εξηγηθεί ο τρόπος με τον οποίο οι Γιουγκοσλάβοι, που ασχολήθηκαν με το θέμα, καταλήγουν στις 220.000-260.000 «Μακεδόνων» το 1930. Αφετηρία των υπολογισμών τους αποτελεί η πληθυσμιακή εικόνα της Μακεδονίας το 1912, λίγο πριν την έναρξη των Βαλκανικών Πολέμων. Οι Γιουγκοσλάβοι ιστορικοί υιοθετούν, όπως έχει ήδη αναλυθεί σε προηγούμενο κεφάλαιο, τους υπολογισμούς του Ιβανώφ, σύμφωνα με τους οποίους οι «Βούλγαροι», αλλά «Μακεδόνες» κατά τους Γιουγκοσλάβους, της ελληνικής Μακεδονίας ανέρχονταν σε 329.371.
Στην προσπάθεια τους να ενισχύσουν αυτήν τους την επιλογή, οι Γιουγκοσλάβοι ιστορικοί ανέφεραν πως και η επιτροπή Κάρνεγκι αποδέχθηκε την ορθότητα των υπολογισμοί του Ιβανώφ.[6] Ωστόσο, προσεκτικότερη ανάγνωση της έκθεσης της επιτροπής Κάρνεγκι αποδεικνύει πως η ίδια δεν συμμεριζόταν τις τοποθετήσεις του Βούλγαρου Καθηγητή, αλλά τις παρέθετε απλώς ως πιο πρόσφατες, μαζί όμως και με τις ελληνικές απόψεις για την εθνολογική εικόνα της Μακεδονίας. Μάλιστα, η τελική παρατήρηση στην οποία καταλήγει η Επιτροπή είναι πως οι βουλγαρικές και οι ελληνικές στατιστικές, στην ουσία, δεν παρουσίαζαν σημαντικές διαφοροποιήσεις μεταξύ τους. Η διαφορά τους ευρισκόταν κυρίως στο ότι οι μεν Έλληνες προσμετρούσαν τους πατριαρχικούς Σλαβόφωνους στους Έλληνες, ενώ αντίθετα οι Βούλγαροι τους θεωρούσαν, τόσο αυτούς όσο και τους υπόλοιπους Σλαβόφωνους (μουσουλμάνους, σερβίζοντες), Βούλγαρους.[7]
Ξεκινώντας λοιπόν από την απογραφή του Ιβανώφ οι Γιουγκοσλάβοι προχώρησαν στη συνέχεια σε υπολογισμό των πληθυσμιακών ανακατατάξεων, που συνέβησαν στην ελληνική Μακεδονία από τους Βαλκανικούς Πολέμους ως και τα τέλη της δεκαετίας του 1920. Αξίζει να σημειωθεί πως το σύνολο της ιστοριογραφίας τους αποδέχεται ως ακριβή τα στατιστικά στοιχεία που δημοσίευσε ο γιατρός Βλαντιμίρ Ρούμενωφ[8] το 1941, τα οποία απεικονίζουν τη μετανάστευση των Σλαβόφωνων από την Ελλάδα στη Βουλγαρία και τη Γιουγκοσλαβία. Σύμφωνα με τον Ρούμενωφ, συνολικά 86.582 «Βούλγαροι» εγκατέλειψαν την Ελλάδα το διάστημα 1913-1928.[9] Οι μετανάστες προέρχονταν από τις εξής περιοχές:
Περιοχή………………Άτομα
Κιλκίς…………..……..18.959
Σέρρες………….……...11.404
Νευροκόπι……………..11.223
Σιδηρόκαστρο………….10.756
Θεσσαλονίκη (πόλη)…...7.285
Γιαννιτσά……………….7.257
Γουμένισσα…………….5.195
Δράμα………………….4.233
Καστοριά………………3.577
Θεσσαλονίκη……….….1.782
Φλώρινα…………..……1.676
Λαγκαδάς…………...….1.581
Ζίχνα……………………1.492
Αριδαία………….….….1.233
Έδεσσα…………….…..449
Πτολεμαΐδα………..…..381
Νιγρίτα……………..….326
Βέροια…………………114
Νότιες περιοχές ………..285
Σύνολο ……………. 89.208
Έτσι, αφαιρώντας από τους 329.371 «Βουλγάρους» του 1913 τον αριθμό των 86.582 που μετανάστευσαν μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους, απομένουν 242.789 «Μακεδόνες», ενώ από αυτούς εκπίπτουν επίσης, περίπου 10.000-15.000 Σλαβόφωνοι που αναχώρησαν την ίδια περίοδο για τις Η.Π.Α. και τον Καναδά. Κατά συνέπεια, με την προσθήκη και της φυσιολογικής αύξησης του πληθυσμού την περίοδο αυτή, προκύπτει ο αριθμός των 220.000-260.000 «Μακεδόνων» που, σύμφωνα με τους Γιουγκοσλάβους ιστορικούς, ζούσαν στην ελληνική Μακεδονία το 1930.[10]
Σε αντίθεση με τους υπολογισμούς των Γιουγκοσλάβων ιστορικών, οι υπολογισμοί των Σλαβόφωνων της Ελλάδας από τους Βούλγαρους την ίδια περίοδο ήταν μάλλον μετριοπαθείς. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Βουλγαρικός Ερυθρός Σταυρός τοποθετούσε αριθμητικά τους «Βούλγαρους» που παρέμεναν στην ελληνική Μακεδονία το 1925 μεταξύ 130.000 και 150.000.[11] Επίσης, οι βουλγαρομακεδονικές οργανώσεις Προσφύγων περιόριζαν ακόμα περισσότερο τον αριθμό, περίπου σε 100.000 άτομα.[12] Αξίζει, τέλος, να σημειωθεί πως η Ελίζαμπεθ Μπάρκερ στην κλασική της πια μελέτη Macedonia. Its Place in Balkan Power Politics[13], επικαλούμενη απόρρητη στατιστική της εποχής, υπολόγιζε τον αριθμό των Σλαβόφωνων τις παραμονές του Β' Παγκοσμίου Πολέμου σε 120.000.[14]
Συμπερασματικά μπορεί να υποστηριχθεί πως η σλαβική ιστοριογραφία, υπό την καθοδήγηση των Γιουγκοσλάβων ιστορικών, παρουσιάζει στο θέμα της εθνολογικής σύνθεσης του πληθυσμού της ελληνικής Μακεδονίας μια αξιοθαύμαστη συνέχεια και συνέπεια από την εποχή του Μεσοπολέμου έως τις μέρες μας. Ωστόσο, οι ισχυρισμοί τους για την ύπαρξη 250.000 «Μακεδόνων» στην ελληνική Μακεδονία του Μεσοπολέμου είναι αστήρικτοι, αφού ως βάση για τον υπολογισμό τους στάθηκε η απογραφή του Ιβανώφ, ο οποίος αντιμετώπιζε συλλήβδην τους Σλαβόφωνους της μείζονος Μακεδονίας ως «Βούλγαρους».
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
[1]- Δήμηταρ Βλαχώφ, Ομιλίαι και άρθρα 1945-1947, σ. 180.
[2]- Χρήστο Αντώνοφκι, Αιγαιακή Μακεδονία, σ. 20.
[3]- Μιχαήλ Κεραμιτζίεφ, «Η Μακεδονία του Αιγαίου υπό την ελληνικήν αρχήν», σ. 47. Το ίδιο υποστήριξε και ο Χ. Αντώνοφσκι, βλ. Χρήστο Αντώνοφσκι, «Μακεντόνσκοτο Νατσιονάλνο Μαλτσιστβό βο Γκούρτσια, Μπουλγκάρια ι Αλμπάνια», 38.
[4]- Στόγιαν Κισελινόφσκι, Γκρούτσκατα Κολονιζάτσια βο Εγκέισκα Μακεντόνια 1913-1940 [Ελληνικός αποικισμός στην Αιγαιακή Μακεδονία] (Σκόπια, 1981), σ. 54.
[5]- Τόσο Πόποφσκι, Η μακεδονική εθνική μειονότητα στη Βουλγαρία, Ελλάδα και Αλβανία, σ. 103.
[6]- Κεραμιτζίεφ, ό.π., σ. 35, βλ. επίσης και Κισελινόφσκι, ό.π., α. 36, βλ. ακόμα και Αντώνοφσκι, ό.π., σ. 26.
[7]- Carnegie Endowment for International Peace. Report of the International Commission to Inquire into the Causes and Conduct of the Balkan Wars, σα. 194-195.
[8]- Ο Βλαντιμίρ Ρούμενωφ (1870-1939) γεννήθηκε στο Κρούσοβο και σπούδασε Ιατρική στη Μόσχα. Από νεαρή ακόμη ηλικία εντάχθηκε στην Ε.Μ.Ε.Ο., ενώ την περίοδο του Ίλιντεν ασχολήθηκε με την περίθαλψη των Βουλγάρων Προσφυγών από τη Μακεδονία. Μετά την Επανάσταση των Νεότουρκων, το 1908, συμμετείχε στην ίδρυση της «Ένωσης των Συνταγματικών Λεσχών στη Μακεδονία». Στη διάρκεια των Βαλκανικών και του Α' Παγκοσμίου Πολε'μου υπηρέτησε ως στρατιιοτικός γιατρός. Εν συνεχεία αναμείχθηκε στις δραστηριότητες των μακεδονικών αδελφοτήτων Προσφυγών από τη Μακεδονία. Υπήρξε επίσης μέλος της μακεδονικής κοινοβουλευτικής ομάδας κατά τη διάρκεια της 11ης και 12ης τακτικής λαϊκής συνέλευσης, βλ. Κοΰμανωφ, Μακεντόνια, σ. 221, Ιλία Γκάλτσεφ. Ζντραβνοσοτσιάλνατα ντέϊνοστ να Μπούλγκαρσκατα Εξαρχία β Μακεντόνια ι Τράκια (1870-1913) [Ιατρική και κοινωνική δρα¬στηριότητα της βουλγαρικής Εξαρχίας στη Μακεδονία και τη Θράκη (1870-1913)] (Σόφια, 1994), σσ. 102-103.
[9]- Βλαντιμίρ Ρούμενωφ, «Μπούλγκαριτε β Μακεντόνια ποντ γκρούτσκα βλαστ» [Οι Βούλγαροι της Μακεδονίας υπό ελληνική εξουσία], Μακεντόνακι Πρέγκλεντ, 4 (Σόφια, 1941), 90.
[10]- Περισσότερο προσεκτικός από τους συναδέλφους του είναι ο Λάζο Μοήσωφ, ο οποίος στο έργο του Όκολον πράσανετο να μακεντόνακοτο νατσιονάλνο μαλτσίστβο β Γκονρτσια [Σχετικά με το ζήτημα της μακεδονικής εθνικής μειονότητας στην Ελλάδα] (Σκόπια, 1954), σ. 220 κ.ε. κάνει αναφορά στις στατιστικές του Ιβανώφ και του Ρούμενωφ χωρίς ωστόσο να δείχνει ότι τις αποδέχεται απόλυτα. Ο Μοήσωφ απλώς θέλει να αποδείξει, παραθέτοντας μάλιστα και ελληνικές στατιστικές, ότι στην ελληνική Μακεδονία εξακολουθούσε να παραμένει, μετά τη Συνθήκη του Νεϊγύ, μεγάλος αριθμός «Μακεδόνων».
[11]- Μπούλγκαρσκο Ντρούζεστβο Τσερβέν Κρουστ, Μπεζάνσκιατ βαπρός β Μπουλγκάρια, σ. 18.
[12]- Τ.Ν.Ι.Α., φόντ.1932, οπ.2, α.ε.211, «Νατσιονάλνο Οσβομποζντέ-νιε να Μακεντόνσκιτε Μπούλγκαρι σλεντ Μπερλίν ντόγκοβορ» [Εθνική απελευθέρωση των Μακεδόνων Βουλγάρων μετά το Συνέδριο του Βερολίνου], Union des Organisations des emigres macedoniens en Bulgarie. Comite National de la section Bulgarie, «Expose de la situation des Bul-gares de Macedoine sous la domination grecque», Σόφια, 21 Νοεμβρίου 1925.
[13]- (Λονδίνο, 1950).
[14]- Barker, ο.π., σ. 12.
ΠΗΓΗ: Μετακινήσεις Σλαβόφωνων πληθυσμών (1912-1930), Επίκεντρο, 2003, σελ 231-235
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου