O καθηγητής αρχαιολογίας τού πανεπιστημίου τής Βοστώνης, δρ. Κέρτις Ράνελς, έρριξε ένα κομμάτι οκτώ εκατοστών γαλακτόχρωμου χαλαζία στην τσέπη του σκεπτόμενος, ότι θα αποτελούσε ένα ωραίο βάρος γιά να μην παίρνει τα χαρτιά ο αέρας στο γραφείο του. Όταν πριν από δύο χρόνια ερευνούσε για αντικείμενα της Μεσολιθικής Περιόδου στην άκρη ενός φαραγγιού στη νότια ακτή τής Κρήτης κι είχε συλλέξει αυτόν τον χαλαζία, νόμιζε, πως επρόκειτο απλά γιά μιά ακατέργαστη πέτρα.
Νωρίς την επόμενη μέρα όμως, καθώς καθόταν στην αυλή του κι έπινε τον καφέ του, το χαμηλό φως τού ήλιου φώτισε την πέτρα, που είχε ακουμπισμένη δίπλα του. «Ξαφνικά, μπόρεσα να δω τις χαρακιές, που είχαν γίνει στην πέτρα», θυμάται. «Αυτό δεν είναι καν μεσολιθικό, είναι πολύ παλαιότερο!»
Πόσο παλαιότερο; Η πέτρα ήταν στην πραγματικότητα μιά ξέστρα τουλάχιστον 130.000 ετών, το οποίο υποδηλώνει, ότι η Κρήτη έχει πολύ πιό μεγάλη ιστορία απ΄ ό,τι πιστεύαμε μέχρι σήμερα. Η Κρήτη σχηματίστηκε ως νησί πριν από πέντε εκατομμύρια χρόνια, οπότε η ξέστρα δεν θα μπορούσε παρά να έχει παραχθεί από ένα αρχαίο είδος ανθρώπου, πιθανώς τον Homo erectus, ο οποίος πέρασε με βάρκα στο νησί κι άφησε την πέτρα εκεί.
Πράγματι, η ανακάλυψη εκατοντάδων ακόμα παλαιολιθικών αντικειμένων στην Κρήτη κατά τη διάρκεια αποστολών το 2008 και το 2009 πάει πίσω την ιστορία της ναυσιπλοΐας στην περιοχή περισσότερο από 100.000 χρόνια, γεγονός, που αναγκάζει τούς επιστήμονες να αναθεωρήσουν τις απόψεις τους γιά το πώς οι άνθρωποι έφυγαν από την Αφρική.
«Αυτό σημαίνει, ότι κάθε υπόθεση, που είχαμε κάνει σχετικά με τους πρώτους ανθρώπους, τις μεταναστεύσεις τους, τη νοημοσύνη τους και τις τεχνικές τους ικανότητες, είναι υπό αμφισβήτηση», λέει ο δρ. Ράνελς. «Οι αρχαιολόγοι, που αναζητούν ίχνη των πρώιμων ανθρώπινων μεταναστεύσεων, είναι πολύ πιθανόν να ψάχνουν σε λάθος μέρη.»
Αυτό το πρώιμο τσεκούρι από χαλαζία, που αφέθηκε στην Κρήτη πριν από 130.000 έως 700.000 χρόνια καταδεικνύει, ότι οι μακρυνοί πρόγονοι τού σημερινού ανθρώπου ίσως θαλασσοπορούσαν σε ανοιχτές θάλασσες.
Η Plakias Survey, η έρευνα, που πήρε το όνομά της από την πόλη κοντά στην περιοχή μελέτης, ήταν το πνευματικό τέκνο τού Τόμας Στράσερ, ενός αρχαιολόγου τού κολλεγίου τού Providence, ο οποίος μελετά νεολιθικά ευρήματα στην Κρήτη από το 1988. Ο Στράσερ, όπως και πολλοί αρχαιολόγοι, πίστευε, ότι οι πρώτοι εποικιστές τής Κρήτης ήταν γεωργοί από την Ευρώπη ή τη Μέση Ανατολή, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στο νησί 9.000 χρόνια πριν. Αλλά το 2005, οι αρχαιολόγοι άρχισαν να ανακαλύπτουν νέα στοιχεία, αποδεικτικά προγενεστέρης ναυσιπλοϊας στην Ανατολική Μεσόγειο, συμπεριλαμβανομένων των 12.000 ετών εργαλείων, που βρέθηκαν στην Κύπρο.
Άλλα αντικείμενα, που επίσης βρέθηκαν στην περιοχή, φαίνονταν πως ήταν ακόμη παληότερα, ποτέ όμως, δεν είχαν χρονολογηθεί με ακρίβεια. Έτσι, ο Στράσερ κάλεσε τον Ράνελς στην Κρήτη, για να δει αν θα μπορούσαν να σκιαγραφήσουν σωστά την ιστορία των πρώτων ανθρώπων επισκεπτών τής Κρήτης. Χρησιμοποιώντας ένα πρότυπο, που ανέπτυξε ο Ράνελς για τον εντοπισμό των πρώτων μεσολιθικών εγκαταστάσεων, η ομάδα επέλεξε το Φαράγγι τής Σαμαριάς, κοντά στον Πλακιά, το οποίο εξασφάλιζε και πρόσβαση σε γή με γλυκό πόσιμο νερό και σε σπηλιές, που θα μπορούσαν να παράσχουν καταφύγιο.
Τον Ιούνιο του 2008, ο Στράσερ κι ο Ράνελς ήταν επί μέρες σκαρφαλωμένοι στις πλαγιές τού φαραγγιού. Ο Στράσερ λέει, ότι ήταν δύσπιστος γιά το άν ο χαλαζίας τού Ράνελς ήταν όντως μιά ξέστρα, άρχισαν όμως να βρίσκουν ακόμη περισσότερα εργαλεία: ξέστρες και λεπίδες, που έμοιαζαν, σαν να έχουν παραχθεί από μιά πανάρχαια βιομηχανία, ολόκληρες «εργαλειοθήκες», που γνωρίζουμε, ότι χρησιμοποιούσε ο Homo erectus. Μια μέρα ένα μέλος τής ομάδας ανακάλυψε ένα κλασικό τσεκούρι εκείνης τής περιόδου, μήκους πέντε εκατοστών. «Τότε πείστηκα, ότι είχαμε εργαλεία, που συνδέονταν με τα πρώτα ανθρωποειδή, που άφησαν την Αφρική», λέει ο Strasser.
Γνώριζε όμως, ότι θα έπρεπε να βασίσει τη χρονολόγηση των εργαλείων και σε κάτι άλλο εκτός από την τεχνοτροπία τους. Ο Κάρλ Γουέγκμαν, ένα γεωμορφολόγος τού πανεπιστημίου τής Βόρειας Καρολίνας ολοκλήρωνε τότε το διδακτορικό του στο φαράγγι. Με βάση την ηλικία των ιζημάτων, στα οποία βρέθηκαν τα παληότερα εργαλεία, τα χρονολόγησε ως το ελάχιστο 130.000 ετών. Ωστόσο, γεωλογικές διεργασίες είχαν ανυψώσει τα ιζήματα και τα είχαν επαναναποθέσει σε ύψος μεγαλύτερο των 100 μέτρων, το οποίο σήμαινε, ότι ήταν ακόμη παληότερα. Παρόμοια ευρήματα από τη Βόρειο Αφρική είχαν χρονολογηθεί ως 700.000 ετών, λέει ο Ράνελς. Η ομάδα βρήκε επίσης περισσότερα από χίλια αντικείμενα 11.000 έως 9.000 ετών, το οποίο καταδεικνύει πλούσια ιστορία μεσολιθικών οικισμών στο νησί.
Η περιοχή γύρω από την πόλη τού Πλακιά μπορεί να έχει κατοικηθεί ήδη πριν από 700.000 χρόνια, πιθανώς από τον Homo erectus, που άφησε πίσω του λίθινα εργαλεία σε αρκετές τοποθεσίες.
Ο Στράσερ πιστεύει, ότι τα παλαιότερα εργαλεία θα μπορούσαν να ανήκουν σε μιά ομάδα τού Homo heidelbergensis ή τού Homo Erectus, που πέρασαν στην Κρήτη. Αυτοί οι αρχαίοι ναυτικοί θα πρέπει να είχαν διασχίσει τουλάχιστον 40 μίλια ανοικτής θάλασσας. Ο τεράστιος αριθμός των αντικειμένων δείχνει, ότι δεν ήταν επρόκειτο γιά μιά απλή τυχαία και μεμονωμένη μετάβαση, αλλά ότι απαιτούνταν πολλές διαβάσεις, για τη δημιουργία ικανού πληθυσμού. «Δεν θεωρούμε, ότι ήταν απλώς ένας τύπος, που θαλασσοδέρθηκε σε ένα καρυδότσουφλο» λέει ο Στράσερ, «αλλά αμφιβάλλω, ότι υπήρχε ιστιοπλοΐα τότε».
Τα ευρήματα, τα οποία θα δημοσιευθούν στο περιοδικό Hesperia φέτος, δίνουν το έναυσμα για νέες συζητήσεις σχετικά γιά το άν οι άνθρωποι της εποχής εκείνης θαλασοπορούσαν ή όχι. Μέχρι στιγμής η αρχαιότερη απόδειξη ναυσιπλοΐας έχει έρθει από την Αυστραλία, η οποία αποικίστηκε πριν από περίπου 60.000 χρόνια. Άλλες, ενδεχόμενα παληότερες περιπτώσεις, δεν έχουν ακόμη τεκμηριωθεί.
Από τη δεκαετία του ΄30 οι αρχαιολόγοι είχαν παρατηρήσει ομοιότητες μεταξύ εργαλείων από τη βοδειοδυτική Αφρική και τη δυτική Αραβική Χερσόνηση, γεγονός, που υποδηλώνει, ότι οι άνθρωποι διέσχιζαν την Ερυθρά Θάλασσα από τα στενά Μπαμπ ελ Μαντέμπ, εκτός από τη γνωστή διαδρομή μέσω ξηράς από την περιοχή τού Λεβάντε. Ωστόσο, ο Αμάνουελ Μπεϊγίν τού Πανεπιστημίου Stony Brook τής Νέας Υόρκης λέει, ότι η θάλασσα ήταν μόλις τρία μίλια σε όλη τη διάρκεια τής περιόδου των παγετώνων, καθώς επίσης, ότι τα γεωλογικά στοιχεία δεν αποκλείουν γέφυρες γης διάρκειας χιλίων ή και δύο χιλιάδων χρόνων. Πράγματι, ο μπαμπουίνος Hamadryas βρίσκεται και στις δύο περιοχές. Η άφιξή του στην Αραβική Χερσόνησο συνέβη πριν από λιγότερα από 200.000 χρόνια. «Δεν μπορείς να υποστηρίξεις, ότι οι πίθηκοι χρησιμοποιούσαν βάρκες», λέει.
Άλλα είδη ανθρωποειδών μπορεί να έχουν πλεύσει στη θάλασσα ακόμα νωρίτερα. Ο Μάικλ Μόργουντ τού Πανεπιστημίου τής Νέας Αγγλίας στο Armidale της Αυστραλίας, υποστήριζε κάποτε, ότι ο Homo erectus κατασκεάζε βάρκες, προκειμένου να πραγματοποιεί την επικίνδυνη 15 μιλίων διάβαση από το Μπαλί μέχρι τη νήσο Φλόρες της Ινδονησίας. Σήμερα πιστεύει όμως, ότι η διέλευση ήταν τυχαία, που ίσως έγινε με κάποιο τσουνάμι, που θα σάρωσε μιά ομάδα ανθρωποειδών από κάποιο από τα κοντινά νησιά στο Φλόρες πριν από ένα περίπου εκατομμύριο χρόνια.
Στην ηπειρωτική Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή η απόδειξη τής ναυσιπλοΐας είναι ακόμα πιό δύσκολο να αποδειχθεί, δεδομένου, ότι τα ανθρωποειδή μπορούσαν κάλλιστα να διασχίζουν τη γή οδικώς ή μέσω προσωρινών γεφυρών γης. Ο Κλήβ Φινλέισον από το Μουσείο τού Γιβραλτάρ λέει, ότι θα εκπλαγόταν αν ποτέ ο Νεάντερταλ ή άλλα ανθρωποειδή δεν είχαν εκουσίως διασχίσει τη Μεσόγειο. «Οι μετακινήσεις μέσω τής Μέσης Ανατολής πρέπει να ήταν ο κύριος τρόπος να φτάσουν στην Ευρώπη, αλλά πρέπει να είχαν γίνει και σποραδικές θαλάσσιες διαβάσεις επίσης», λέει.
Ο βράχος τού Γιβραλτάρ, στη βόρεια ακτή της Μεσογείου, επισημαίνει ο Φινλέισον, απέχει μόλις εννέα μίλια από τις ακτές του Μαρόκου. Στην πραγματικότητα, από το γεμάτο με πέτρινα εργαλεία σπήλαιο Gorham στο Γιβραλτάρ, όπου ζούσαν Νεάντερταλ, εύκολα φαίνεται το Αφρικανικό λατομείο στο Benzú, όπου οι άνθρωποι έφτιαχναν τα ίδια εργαλεία 70.000 χρόνια πριν. Στο Γιβραλτάρ, ο Φινλέισον και οι συνάδελφοί του έχουν βρει πρόσφατα 50.000 ετών οστά από φώκιες, δελφίνια, ακόμη και τόνους με εμφανή σημάδια κοπής. Θα μπορούσαν να είναι ψάρια, που ζουν κοντά στις παραλίες, παραδέχεται ο Φινλέισον, ακόμα κι έτσι όμως, «οι άνθρωποι εκείνοι δεν φοβόντουσαν το νερό.»
Borrell Brendan
Σημείωση: συγγραφέας είναι βιoλόγος τού πανεπιστημίου Berkeley. Αρθρογραφεί στο Nature, στο Smithsonian κ.ά. περιοδικές εκδόσεις. To παραπάνω άρθρο του δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Archaeology (5-6/2010).
Πηγή
Νωρίς την επόμενη μέρα όμως, καθώς καθόταν στην αυλή του κι έπινε τον καφέ του, το χαμηλό φως τού ήλιου φώτισε την πέτρα, που είχε ακουμπισμένη δίπλα του. «Ξαφνικά, μπόρεσα να δω τις χαρακιές, που είχαν γίνει στην πέτρα», θυμάται. «Αυτό δεν είναι καν μεσολιθικό, είναι πολύ παλαιότερο!»
Πόσο παλαιότερο; Η πέτρα ήταν στην πραγματικότητα μιά ξέστρα τουλάχιστον 130.000 ετών, το οποίο υποδηλώνει, ότι η Κρήτη έχει πολύ πιό μεγάλη ιστορία απ΄ ό,τι πιστεύαμε μέχρι σήμερα. Η Κρήτη σχηματίστηκε ως νησί πριν από πέντε εκατομμύρια χρόνια, οπότε η ξέστρα δεν θα μπορούσε παρά να έχει παραχθεί από ένα αρχαίο είδος ανθρώπου, πιθανώς τον Homo erectus, ο οποίος πέρασε με βάρκα στο νησί κι άφησε την πέτρα εκεί.
Πράγματι, η ανακάλυψη εκατοντάδων ακόμα παλαιολιθικών αντικειμένων στην Κρήτη κατά τη διάρκεια αποστολών το 2008 και το 2009 πάει πίσω την ιστορία της ναυσιπλοΐας στην περιοχή περισσότερο από 100.000 χρόνια, γεγονός, που αναγκάζει τούς επιστήμονες να αναθεωρήσουν τις απόψεις τους γιά το πώς οι άνθρωποι έφυγαν από την Αφρική.
«Αυτό σημαίνει, ότι κάθε υπόθεση, που είχαμε κάνει σχετικά με τους πρώτους ανθρώπους, τις μεταναστεύσεις τους, τη νοημοσύνη τους και τις τεχνικές τους ικανότητες, είναι υπό αμφισβήτηση», λέει ο δρ. Ράνελς. «Οι αρχαιολόγοι, που αναζητούν ίχνη των πρώιμων ανθρώπινων μεταναστεύσεων, είναι πολύ πιθανόν να ψάχνουν σε λάθος μέρη.»
Αυτό το πρώιμο τσεκούρι από χαλαζία, που αφέθηκε στην Κρήτη πριν από 130.000 έως 700.000 χρόνια καταδεικνύει, ότι οι μακρυνοί πρόγονοι τού σημερινού ανθρώπου ίσως θαλασσοπορούσαν σε ανοιχτές θάλασσες.
Η Plakias Survey, η έρευνα, που πήρε το όνομά της από την πόλη κοντά στην περιοχή μελέτης, ήταν το πνευματικό τέκνο τού Τόμας Στράσερ, ενός αρχαιολόγου τού κολλεγίου τού Providence, ο οποίος μελετά νεολιθικά ευρήματα στην Κρήτη από το 1988. Ο Στράσερ, όπως και πολλοί αρχαιολόγοι, πίστευε, ότι οι πρώτοι εποικιστές τής Κρήτης ήταν γεωργοί από την Ευρώπη ή τη Μέση Ανατολή, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στο νησί 9.000 χρόνια πριν. Αλλά το 2005, οι αρχαιολόγοι άρχισαν να ανακαλύπτουν νέα στοιχεία, αποδεικτικά προγενεστέρης ναυσιπλοϊας στην Ανατολική Μεσόγειο, συμπεριλαμβανομένων των 12.000 ετών εργαλείων, που βρέθηκαν στην Κύπρο.
Άλλα αντικείμενα, που επίσης βρέθηκαν στην περιοχή, φαίνονταν πως ήταν ακόμη παληότερα, ποτέ όμως, δεν είχαν χρονολογηθεί με ακρίβεια. Έτσι, ο Στράσερ κάλεσε τον Ράνελς στην Κρήτη, για να δει αν θα μπορούσαν να σκιαγραφήσουν σωστά την ιστορία των πρώτων ανθρώπων επισκεπτών τής Κρήτης. Χρησιμοποιώντας ένα πρότυπο, που ανέπτυξε ο Ράνελς για τον εντοπισμό των πρώτων μεσολιθικών εγκαταστάσεων, η ομάδα επέλεξε το Φαράγγι τής Σαμαριάς, κοντά στον Πλακιά, το οποίο εξασφάλιζε και πρόσβαση σε γή με γλυκό πόσιμο νερό και σε σπηλιές, που θα μπορούσαν να παράσχουν καταφύγιο.
Τον Ιούνιο του 2008, ο Στράσερ κι ο Ράνελς ήταν επί μέρες σκαρφαλωμένοι στις πλαγιές τού φαραγγιού. Ο Στράσερ λέει, ότι ήταν δύσπιστος γιά το άν ο χαλαζίας τού Ράνελς ήταν όντως μιά ξέστρα, άρχισαν όμως να βρίσκουν ακόμη περισσότερα εργαλεία: ξέστρες και λεπίδες, που έμοιαζαν, σαν να έχουν παραχθεί από μιά πανάρχαια βιομηχανία, ολόκληρες «εργαλειοθήκες», που γνωρίζουμε, ότι χρησιμοποιούσε ο Homo erectus. Μια μέρα ένα μέλος τής ομάδας ανακάλυψε ένα κλασικό τσεκούρι εκείνης τής περιόδου, μήκους πέντε εκατοστών. «Τότε πείστηκα, ότι είχαμε εργαλεία, που συνδέονταν με τα πρώτα ανθρωποειδή, που άφησαν την Αφρική», λέει ο Strasser.
Γνώριζε όμως, ότι θα έπρεπε να βασίσει τη χρονολόγηση των εργαλείων και σε κάτι άλλο εκτός από την τεχνοτροπία τους. Ο Κάρλ Γουέγκμαν, ένα γεωμορφολόγος τού πανεπιστημίου τής Βόρειας Καρολίνας ολοκλήρωνε τότε το διδακτορικό του στο φαράγγι. Με βάση την ηλικία των ιζημάτων, στα οποία βρέθηκαν τα παληότερα εργαλεία, τα χρονολόγησε ως το ελάχιστο 130.000 ετών. Ωστόσο, γεωλογικές διεργασίες είχαν ανυψώσει τα ιζήματα και τα είχαν επαναναποθέσει σε ύψος μεγαλύτερο των 100 μέτρων, το οποίο σήμαινε, ότι ήταν ακόμη παληότερα. Παρόμοια ευρήματα από τη Βόρειο Αφρική είχαν χρονολογηθεί ως 700.000 ετών, λέει ο Ράνελς. Η ομάδα βρήκε επίσης περισσότερα από χίλια αντικείμενα 11.000 έως 9.000 ετών, το οποίο καταδεικνύει πλούσια ιστορία μεσολιθικών οικισμών στο νησί.
Η περιοχή γύρω από την πόλη τού Πλακιά μπορεί να έχει κατοικηθεί ήδη πριν από 700.000 χρόνια, πιθανώς από τον Homo erectus, που άφησε πίσω του λίθινα εργαλεία σε αρκετές τοποθεσίες.
Ο Στράσερ πιστεύει, ότι τα παλαιότερα εργαλεία θα μπορούσαν να ανήκουν σε μιά ομάδα τού Homo heidelbergensis ή τού Homo Erectus, που πέρασαν στην Κρήτη. Αυτοί οι αρχαίοι ναυτικοί θα πρέπει να είχαν διασχίσει τουλάχιστον 40 μίλια ανοικτής θάλασσας. Ο τεράστιος αριθμός των αντικειμένων δείχνει, ότι δεν ήταν επρόκειτο γιά μιά απλή τυχαία και μεμονωμένη μετάβαση, αλλά ότι απαιτούνταν πολλές διαβάσεις, για τη δημιουργία ικανού πληθυσμού. «Δεν θεωρούμε, ότι ήταν απλώς ένας τύπος, που θαλασσοδέρθηκε σε ένα καρυδότσουφλο» λέει ο Στράσερ, «αλλά αμφιβάλλω, ότι υπήρχε ιστιοπλοΐα τότε».
Τα ευρήματα, τα οποία θα δημοσιευθούν στο περιοδικό Hesperia φέτος, δίνουν το έναυσμα για νέες συζητήσεις σχετικά γιά το άν οι άνθρωποι της εποχής εκείνης θαλασοπορούσαν ή όχι. Μέχρι στιγμής η αρχαιότερη απόδειξη ναυσιπλοΐας έχει έρθει από την Αυστραλία, η οποία αποικίστηκε πριν από περίπου 60.000 χρόνια. Άλλες, ενδεχόμενα παληότερες περιπτώσεις, δεν έχουν ακόμη τεκμηριωθεί.
Από τη δεκαετία του ΄30 οι αρχαιολόγοι είχαν παρατηρήσει ομοιότητες μεταξύ εργαλείων από τη βοδειοδυτική Αφρική και τη δυτική Αραβική Χερσόνηση, γεγονός, που υποδηλώνει, ότι οι άνθρωποι διέσχιζαν την Ερυθρά Θάλασσα από τα στενά Μπαμπ ελ Μαντέμπ, εκτός από τη γνωστή διαδρομή μέσω ξηράς από την περιοχή τού Λεβάντε. Ωστόσο, ο Αμάνουελ Μπεϊγίν τού Πανεπιστημίου Stony Brook τής Νέας Υόρκης λέει, ότι η θάλασσα ήταν μόλις τρία μίλια σε όλη τη διάρκεια τής περιόδου των παγετώνων, καθώς επίσης, ότι τα γεωλογικά στοιχεία δεν αποκλείουν γέφυρες γης διάρκειας χιλίων ή και δύο χιλιάδων χρόνων. Πράγματι, ο μπαμπουίνος Hamadryas βρίσκεται και στις δύο περιοχές. Η άφιξή του στην Αραβική Χερσόνησο συνέβη πριν από λιγότερα από 200.000 χρόνια. «Δεν μπορείς να υποστηρίξεις, ότι οι πίθηκοι χρησιμοποιούσαν βάρκες», λέει.
Άλλα είδη ανθρωποειδών μπορεί να έχουν πλεύσει στη θάλασσα ακόμα νωρίτερα. Ο Μάικλ Μόργουντ τού Πανεπιστημίου τής Νέας Αγγλίας στο Armidale της Αυστραλίας, υποστήριζε κάποτε, ότι ο Homo erectus κατασκεάζε βάρκες, προκειμένου να πραγματοποιεί την επικίνδυνη 15 μιλίων διάβαση από το Μπαλί μέχρι τη νήσο Φλόρες της Ινδονησίας. Σήμερα πιστεύει όμως, ότι η διέλευση ήταν τυχαία, που ίσως έγινε με κάποιο τσουνάμι, που θα σάρωσε μιά ομάδα ανθρωποειδών από κάποιο από τα κοντινά νησιά στο Φλόρες πριν από ένα περίπου εκατομμύριο χρόνια.
Στην ηπειρωτική Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή η απόδειξη τής ναυσιπλοΐας είναι ακόμα πιό δύσκολο να αποδειχθεί, δεδομένου, ότι τα ανθρωποειδή μπορούσαν κάλλιστα να διασχίζουν τη γή οδικώς ή μέσω προσωρινών γεφυρών γης. Ο Κλήβ Φινλέισον από το Μουσείο τού Γιβραλτάρ λέει, ότι θα εκπλαγόταν αν ποτέ ο Νεάντερταλ ή άλλα ανθρωποειδή δεν είχαν εκουσίως διασχίσει τη Μεσόγειο. «Οι μετακινήσεις μέσω τής Μέσης Ανατολής πρέπει να ήταν ο κύριος τρόπος να φτάσουν στην Ευρώπη, αλλά πρέπει να είχαν γίνει και σποραδικές θαλάσσιες διαβάσεις επίσης», λέει.
Ο βράχος τού Γιβραλτάρ, στη βόρεια ακτή της Μεσογείου, επισημαίνει ο Φινλέισον, απέχει μόλις εννέα μίλια από τις ακτές του Μαρόκου. Στην πραγματικότητα, από το γεμάτο με πέτρινα εργαλεία σπήλαιο Gorham στο Γιβραλτάρ, όπου ζούσαν Νεάντερταλ, εύκολα φαίνεται το Αφρικανικό λατομείο στο Benzú, όπου οι άνθρωποι έφτιαχναν τα ίδια εργαλεία 70.000 χρόνια πριν. Στο Γιβραλτάρ, ο Φινλέισον και οι συνάδελφοί του έχουν βρει πρόσφατα 50.000 ετών οστά από φώκιες, δελφίνια, ακόμη και τόνους με εμφανή σημάδια κοπής. Θα μπορούσαν να είναι ψάρια, που ζουν κοντά στις παραλίες, παραδέχεται ο Φινλέισον, ακόμα κι έτσι όμως, «οι άνθρωποι εκείνοι δεν φοβόντουσαν το νερό.»
Borrell Brendan
Σημείωση: συγγραφέας είναι βιoλόγος τού πανεπιστημίου Berkeley. Αρθρογραφεί στο Nature, στο Smithsonian κ.ά. περιοδικές εκδόσεις. To παραπάνω άρθρο του δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Archaeology (5-6/2010).
Πηγή