|
Ο Μερκούριος Αυτζής μιλά στο Πινάκιο |
«Τα εγγόνια για
τους παππούδες» έλεγε ο πατέρας «είναι μεταβρασμένο τσίπουρο», εννοώντας ότι η
σχέση αυτή είναι μοναδική
«Το εκπαιδευτικό
σύστημα με τους πρόχειρους κάθε φορά πειραματισμούς του αναγκάζει γονείς και
παιδιά να ανταγωνίζονται σε λάθος αρένα, εγκλωβισμένοι να ακολουθήσουν το δρόμο
που άλλοι σχεδιάζουν, τις πιο πολλές φορές χωρίς όραμα και χωρίς προοπτική»
«Η Ελλάδα των
μνημονίων μπορεί να βγει από το αδιέξοδο, μπορεί να γίνει και πάλι υπολογίσιμη
και δυνατή. Αρκεί βέβαια να βγούμε από το λήθαργο και την αποχαύνωση και να
πετάξουμε ή και να κάψουμε τα «μαγικά μαξιλάρια» πάνω στα οποία επιμελώς και
μεθοδευμένα μας έχουν προ πολλού υποβάλει να κοιμόμαστε»
«Είναι κοινός
τόπος ότι η βία, απ’ όπου κι αν προέρχεται, γεννάει βία κι αυτό μοιραία οδηγεί
την ίδια την κοινωνία σε αυτοκαταστροφή»
Συνέντευξη
στους: Σοφία Συρίγου & Λευτέρη Χ. Θεοδωρακόπουλο
|
Το μυθστορήμα του από τις εκδόσεις Ψυχογιός |
Μέσα
από τα πιο κομβικά της ιστορίας που γράφτηκε στην μακεδονική γη ο συγγραφέας Μερκούριος
Αυτζής αποτυπώνει στο βιβλίο του, «Όστρακο στα μαλλιά» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις
Ψυχογιός, την αλήθεια που κρύβεται πίσω από τις παραδόσεις και τα έθιμα.
Οι πρωταγωνιστές
του οι έφηβοι που πάνω σε αυτούς ξεδιπλώνεται το κουβάρι της ιστορίας.
Το
αντικείμενo «κλειδί»…ένα θαλάσσιο όστρακο το οποίο σημαδεύει άλλοτε με τραγικές συνέπειες κι
άλλοτε καλότυχα τη ζωή τεσσάρων κοριτσιών που έζησαν στον ίδιο τόπο αλλά σε
τελείως διαφορετικές ιστορικές εποχές.
Η Φίλιννα, κορίτσι της νεολιθικής
εποχής, η Βεριννώ, βοσκοπούλα στα χρόνια του Φιλίππου Β΄, η Χρυσαυγή, κόρη ψαρά
στα χρόνια του Μακεδονικού Αγώνα και η Αυγή, μια σύγχρονη κοπέλα, θα γνωρίσουν
τα ερωτικά παιχνίδια, τις μάχες, τον πόλεμο, το μίσος, την αγάπη και τη δύναμη
της μοίρας. Ένα μυθιστόρημα σπονδυλωτό που περιγράφει την καθημερινότητα στη
Μακεδονία από τα Αρχαία Χρόνια μέχρι τις μέρες μας και υμνεί τη ζωή, τον έρωτα,
αλλά και τον αγώνα για επιβίωση και πρόοδο.
Στην
συνέντευξη που έδωσε ο κ. Αυτζής στο ΠΙΝΑΚΙΟ μιλά όμως και τους σημερινούς
νέους που είναι δέσμιοι αυτοί και τα όνειρα τους στα μνημόνια… Τονίζει δε πως η
ιστορία που διδάσκεται στα σχολεία είναι «στείρα». Συγκεκριμένα λέει, «οι νέες γενιές φαίνεται
να αγνοούν ή και να συγχέουν σημαντικά ιστορικά γεγονότα και εποχές. Αλλά δεν
φταίνε οι νέοι γι’ αυτό. Όταν το μάθημα αποδίδεται στείρα, όταν το σχολικό
εγχειρίδιο, κακογραμμένο τις πιο πολλές φορές, περνά τα γεγονότα με γοργό ρυθμό
και αποσπασματικά, όταν το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα ευνοεί την αποστήθιση
και παπαγαλία, είναι φυσικό ο νέος να διαβάζει για το σήμερα, μόνο και μόνο για
να πάρει ένα καλό βαθμό».
Στην
συνέχεια υπογραμμίζει πως είναι επιτακτική ανάγκη να χαραχθεί νέα πορεία από τους
νέους κυρίως ανθρώπους και να κλείσουν τα αυτιά τους και τα μάτια τους σε όσους
προσπαθούν να διαγράψουν την ιστορία μας αλλά και την ταυτότητα μας.
«Είναι
κοινός τόπος ότι η βία, απ’ όπου κι αν προέρχεται, γεννάει βία κι αυτό μοιραία οδηγεί
την ίδια την κοινωνία σε αυτοκαταστροφή. Είναι λοιπόν φυσικό να με ενοχλούν όλα
όσα συμβαίνουν γύρω μας και αφορούν στα κρούσματα ωμής πολιτικής, πολιτισμικής
και κοινωνικής βίας. Κανένας φιλήσυχος άνθρωπος ή εργάτης του μόχθου και της
ζωής δεν επιθυμεί την καταστροφή του. Θα έλεγα λοιπόν, ως απλός πολίτης που
είμαι, να σκύψουμε όλοι με αίσθημα ευθύνης και γνώμονα τον ίδιο τον άνθρωπο
πάνω στα προβλήματά μας, στα βαθιά κοινωνικά και οικονομικοπολιτικά προβλήματα
που μας ταλανίζουν, και να τα επιλύσουμε, ξεπερνώντας τις όποιες διαφορές μας,
με σύνεση, ενότητα, ευθύνη προς τις νέες γενιές και αίσθημα δικαίου, χωρίς να
προτάσσουμε το εγώ αλλά το εμείς», σχολίασε για τις πολιτικές ακρότητες που κλονίζουν
την ελληνική πολιτική αλλά και κοινωνική σκηνή, όχι μόνο τα τελευταία 24ωρα
αλλά τα τελευταία χρόνια…Διαβάστε την συνέντευξη που ακολουθεί…
Γιατί
συγκεκριμένες χρονικές περίοδοι;
«Δε
θα μπορούσαν να είναι άλλες, αφού οι συγκεκριμένες χρονικές περίοδοι που
επιλέχτηκαν είναι οι σημαντικότερες της ιστορίας της Μακεδονίας. Είναι περίοδοι-εποχές
για τις οποίες τόσο η αρχαιολογική
σκαπάνη όσο και η πένα του ιστοριογράφου μας έδωσαν, ως κληρονομιά, σπουδαία
αρχαιολογικά και ιστορικά ευρήματα, τα οποία με τη σειρά τους γίνονται οι
ψηφίδες που συνθέτουν την ελληνική ιστορία, αλλά και το ζωογόνο νήμα που υφαίνει
το υφαντό του ελληνικού πολιτισμού ανά τους αιώνες».
Θαλάσσιο
Όστρακο. Τι συμβολίζει;
«Το
θαλάσσιο Όστρακο ως αντικείμενο διατρέχει κάθε σπόνδυλο και είναι ο συνδετικός
τους κρίκος. Άλλοτε γίνεται σήμα κινδύνου- σωτηρίας αλλά και σύμβολο ελπίδας
για μια νέα αρχή κι άλλοτε χαρίζει το σχήμα του στην περικεφαλαία των Μακεδόνων
πολεμιστών της εποχής του Φιλίππου. Στα χρόνια της αστικοποίησης του ελληνικού
κράτους γίνεται σύμβολο κάλλους και ανεξαρτησίας, σύμβολο αγώνα αλλά και μιας
αέναης προσπάθειας και αγωνίας για ελευθερία και ζωή. Το όστρακο είναι ζωή. Και
σε κάθε περίπτωση, σε όλες τις χρονικές περιόδους, αποτελεί στοιχείο
ελληνικότητας, αποπνέει μύρο θαλασσινό αλλά και μύρο αθανασίας και εμπεριέχει
το συμβολισμό της μοναδικής ελληνικής παράδοσης, η οποία αντέχει στο χρόνο
καθώς είναι ντυμένη κάθε φορά με τις πράξεις των ηρώων αλλά και τις σκέψεις και
τα όνειρα των νέων και απλών ανθρώπων για το συλλογικό καλό».
Οι έφηβοι του
μυθιστορήματος παρουσιάζονται ανέμελοι, αθώοι, δυναμικοί… Οι σημερινοί έφηβοι
στην εποχή των μνημονίων έχουν άγχος, είναι απαισιόδοξοι… Τις βλέπετε τις
διαφορές αυτές; Που πιστεύετε ότι οφείλονται;
«Από
τη φύση τους οι έφηβοι είναι ή πρέπει να είναι ανέμελοι και δυναμικοί,
ονειροπόλοι αλλά και οραματιστές και συνάμα η ελπίδα για το αύριο. Όμως οι
έφηβοι κάθε εποχής επιφορτίζονται και με τα λάθη, το άγχος και τις ανασφάλειες
της εποχής τους. Είναι αυτοί που καλούνται να αλλάξουν τα κακώς κείμενα των γονιών
τους και ν’ αλλάξουν τον κόσμο. Πώς όμως; Με τι εφόδια και με ποια ψυχικά χαρίσματα
και αποθέματα;
Οι
έφηβοι του μυθιστορήματος, αν και ζουν σε εποχές δύσκολες, μοιάζουν να είναι
ανέμελοι, απολαμβάνουν τις χαρές της ζωής, γεύονται τα πολιτιστικά τους αγαθά
και μοιάζουν να είναι αθώοι. Όταν όμως αντιλαμβάνονται τον κίνδυνο και
εγείρεται μέσα τους το αίσθημα της αυτοπροστασίας αλλά και της προστασίας των
δικών τους ανθρώπων αλλάζουν στάση, γίνονται υπεύθυνοι, δυναμικοί και
αναλαμβάνουν δράση. Είναι αυτοί που στη μια ή την άλλη περίπτωση ενεργούν ως
συνεχιστές και πρεσβευτές της πολιτιστικής κληρονομιάς των προγόνων τους.
Οι
σημερινοί νέοι, ναι, είναι αγχωμένοι, μπλοκαρισμένοι θα έλεγα από τα σύνδρομα
της «σύγχρονης» εποχής. Νιώθουν ανασφάλεια, αβεβαιότητα και γενικά μοιάζουν να
είναι απαισιόδοξοι. Όμως δεν είναι όλοι ή για να είμαι πιο ακριβής είναι μια
μερίδα νέων. Μια άλλη μερίδα, θέλω να πιστεύω μεγάλη, είναι αισιόδοξοι. Δεν
είναι λίγοι οι νέοι που ακόμη και τώρα, στην εποχή της βαθιάς κρίσης, κάνουν όνειρα.
Ελπίζουν σε κάτι καλύτερο και περιμένουν την άνοιξη, μια καινούρια μέρα να
ξημερώσει. Διαφορετικά, αν δεν ήλπιζαν σε κάτι καλύτερο, δε θα έκαναν τον αγώνα
τους, στο σχολείο, στις κοινωνικές τους ομάδες, στην οικογένεια. Δίνουν την
αίσθηση του απαισιόδοξου, ίσως γιατί εισπνέουν μόνο απαισιοδοξία. Οι νέοι του
σήμερα βιώνουν πρωτόγνωρες καταστάσεις. Τα είχανε όλα, ή νόμιζαν πως τα είχαν
όλα –αυτή την εντύπωση καλλιεργούσαμε– και ξαφνικά έχασαν και τα πιο ουσιώδη. Κάποιοι
νέοι στερούνται ακόμα και τα προς το ζην. Είναι φυσικό να αντιδρούν άλλοτε
παρορμητικά κι άλλοτε με αδιαφορία. Αυτή είναι η άμυνά τους. Κατά βάθος και
ελπίζουν και ονειρεύονται. Αναζητούν κάποιον να τους εμπνεύσει και αλίμονο αν
δεν είμαστε εμείς αυτοί, οι γονείς, οι δάσκαλοι, οι συγγραφείς και γενικά όλοι οι
άνθρωποι της διανόησης αλλά και όσοι από τη θέση τους εκφράζουν δημόσιο λόγο ή
ασκούν μια κάποια μορφή εξουσίας. Άλλωστε η οικονομική κρίση και η εξαθλίωση
στην οποία τα μνημόνια μας έχουν οδηγήσει μπορεί και πρέπει να αποτελέσει
ευκαιρία για ανάκαμψη και αναγέννηση της κοινωνίας και των αξιών της».
Θα μπορούσαν οι
σημερινοί νέοι να γοητευτούν από κάτι τόσο απλό όπως το όστρακο;
«Φυσικά.
Άλλωστε η ομορφιά και η καθαρότητα στα πιο απλά καθημερινά πράγματα κρύβεται.
Σε ένα βότσαλο, σε μια μέλισσα, σ’ ένα ασήμαντο αντικείμενο, στην αυθόρμητη
κουβέντα με κάποιο φίλο, σ’ ένα στίχο ή τραγούδι που λίγο πριν αγνοούσαμε, στο
πέταγμα εντέλει ενός γλάρου… Δε χρειάζεται να ξοδέψουμε χρόνο ή και χρήμα για
να βρούμε το άπιαστο και ιδεατό. Το άπιαστο είναι άπιαστο. Τα τελευταία χρόνια
παρασυρθήκαμε, χάσαμε τον προσανατολισμό μας, μιμηθήκαμε λάθος πρότυπα και η
μόνιμη ενασχόληση των περισσοτέρων από εμάς ήταν να αποκτήσουμε
αναγνωρισιμότητα, δόξα και χρήμα, όσο πιο γρήγορα και πιο ανέξοδα γινόταν. Όμως
ότι λάμπει δεν είναι χρυσός. Δυστυχώς, οι περισσότεροι δεν έχουμε μάθει να
ακούμε και το χειρότερο νομίζουμε πως τα ξέρουμε όλα. Δεν έχουμε μάθει να
διαβάζουμε τα σημεία των καιρών και αφήνουμε να περνούν από μπροστά μας,
απαρατήρητα, τόσα και τόσα σημάδια-σύμβολα καθαρότητας και ορθού
προσανατολισμού στη ζωή».
Οι σημερινοί
έφηβοι θα έδειχναν τον ίδιο δυναμισμό και την ίδια ψυχική δύναμη σε
επικείμενους αγώνες; Και αν όχι γιατί είναι καθηλωμένοι;
«Είμαι σίγουρος
γι’ αυτό. Δεν είναι λίγες οι φορές που ακόμα και στις μέρες μας οι έφηβοι
έδειξαν ποιοι είναι και τι θέλουν. Και είναι αρκετοί αυτοί που συμμετέχουν
ενεργά στους κοινωνικούς αγώνες, ενώ σε κάποιους από αυτούς πρωτοστατούν. Οι
έφηβοι είναι και ώριμοι και δυναμικοί, στην πλειοψηφία τους. Και αν κάποιες
φορές ορισμένοι εκτονώνονται με λάθος τρόπο ή αν κάποιες άλλες οι πιο πολλοί μοιάζουν
να είναι καθηλωμένοι ή να αδιαφορούν, αυτό πρώτον δεν οφείλεται στους ίδιους
και δεύτερον είναι φαινομενικό. Δυστυχώς, στις μέρες μας οι λέξεις έχουν χάσει
το νόημά τους, όπως έχει χαθεί και η εμπιστοσύνη. Λείπει αυτός ή αυτοί που θα
μπορούσαν να εμπνεύσουν και να δείξουν το δρόμο, λείπει η αλήθεια και η ειλικρίνεια,
λείπει η προοπτική. Όμως ακόμα δεν έχει χαθεί τίποτα και ο αγώνας για ένα
καλύτερο αύριο συνεχίζεται. Υπάρχει ακόμα ελπίδα και όλοι μας οφείλουμε να
αγωνιστούμε για αυτό. Ειδικά εμείς οι μεγαλύτεροι, δεν είναι αργά, να μιλήσουμε
στα παιδιά μας με ειλικρίνεια, με σεβασμό και αίσθημα δικαίου. Να μην κρύβουμε
την αλήθεια ούτε να μεγαλοποιούμε ή να ωραιοποιούμε τα πράγματα. Είναι
επιτακτική η ανάγκη να παραδεχτούμε τα λάθη μας και να προχωρήσουμε μπροστά,
για να προχωρήσουν ακόμα πιο μπροστά οι νέοι μας».
Είναι δυνατόν να
παραλληλίσουμε τους πολέμους τότε με την σημερινή κρίση και αν ναι δείχνουν οι
νέοι την ίδια τόλμη με τους ήρωες των ιστοριών;
«Η
κάθε εποχή έχει τα δικά της χαρακτηριστικά και θα ήταν άδικο να παραλληλίζαμε το
σήμερα με το τότε ή και να συγκρίναμε τις εποχές μεταξύ τους. Αυτό που θα μπορούσαμε
και πρέπει να κάνουμε είναι να αποφεύγουμε τα λάθη (κάθε εποχής) του
παρελθόντος και να διατηρούμε ζωντανά και ανεξίτηλα εκείνα τα επιτεύγματα του
ελληνικού πνεύματος που φωτίζουν ως φάροι ακοίμητοι μέχρι σήμερα. Το ίδιο άδικο
θα ήταν αν συγκρίναμε τους νέους του σήμερα με τους νέους των ιστοριών. Όπως
ανέφερα και παραπάνω, οι νέοι μας είναι και ώριμοι και δυναμικοί κι αυτό που θα
πρέπει να έχουμε κατά νου εμείς οι μεγαλύτεροι είναι να αγρυπνούμε και να
φροντίζουμε ώστε να εφοδιάζονται με εκείνα τα εφόδια, ψυχικά και πνευματικά,
που θα τους δώσουν την δυνατότητα-ευκαιρία να χαράξουν το δικό τους δρόμο, με
αγώνες ειρηνικούς, με τον αέρα του δημιουργικού πολίτη στον ορίζοντά τους και
βασιζόμενοι στα δικά τους μικρά ή μεγάλα όνειρα».
Θεωρείτε ότι
τους αφήνουν χώρο για να ασκήσουν επί χάρτου τα όνειρα τους;
«Όχι,
δεν το νομίζω! Οι περισσότεροι νέοι από πολύ νωρίς, από την παιδική τους ηλικία
ακόμη, αναγκάζονται να ενεργούν ως ενήλικες. Χάνουν την παιδικότητά τους και
επιφορτίζονται με άγχος και ευθύνες που δεν τους αρμόζουν ούτε τους αναλογούν, προκειμένου
να προλάβουν το κυνήγι της στείρας γνώσης. Τρέχουν από φροντιστήριο σε φροντιστήριο
και χάνουν το πιο ουσιώδες, τη χαρά της νιότης τους. Κι αυτό γίνεται διότι το
ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα με τους πρόχειρους κάθε φορά πειραματισμούς του αναγκάζει
γονείς και παιδιά να ανταγωνίζονται σε λάθος αρένα, εγκλωβισμένοι να
ακολουθήσουν το δρόμο που άλλοι σχεδιάζουν, τις πιο πολλές φορές χωρίς όραμα
και χωρίς προοπτική. Και στο κυνήγι αυτό της στείρας γνώσης οι νέοι νιώθουν να
πνίγονται, εγκλωβίζονται σ’ ένα φαύλο κύκλο και βλέπουν τις περισσότερες φορές
τα όνειρά τους να γκρεμίζονται. Παράλληλα ο αγώνας για επιβίωση και το
καθημερινό κυνήγι για μεροκάματο κρατά τους γονείς πολλές ώρες την ημέρα μακριά
από τις εστίες τους, τα παιδιά-έφηβοι αναγκάζονται να μένουν επίσης πολλές ώρες
μόνοι στο σπίτι και αυτό έχει τις συνέπειές του. Συνέπειες που δυστυχώς
επηρεάζουν αδιαμφισβήτητα την πορεία της ζωής…»
Φανερή η δυνατή
σχέση εγγονών με παππούδες-γιαγιάδες. Γιατί; Που οφείλεται αυτό; (στην
θρησκεία, την παράδοση…);
«Σ’
αυτές τις δύσκολες εποχές ο παππούς και η γιαγιά, ευτυχώς σε ένα μεγάλο ποσοστό,
διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο. Και δεν είναι λίγες οι οικογένειες, στις οποίες
ο παππούς και η γιαγιά που είτε μένουν δίπλα είτε κοντά είτε μετακομίζουν για
όσο διάστημα χρειαστεί από το χωριό στο σπίτι των παιδιών τους αναλαμβάνουν εξ
ολοκλήρου ή κατά ένα μεγάλο μέρος την ανατροφή και διαπαιδαγώγηση των εγγονών
τους. Η σχέση βέβαια γιαγιάς-παππού και εγγονών στην ελληνική κοινωνία ήταν
ανέκαθεν δυνατή, από τα αρχαία χρόνια μέχρι και σήμερα, με εξαίρεση τις
τελευταίες δεκαετίες της έντονης αστικοποίησης όπου οι οικογένειες από εκτεταμένες
και πολυμελείς έγιναν πυρηνικές ή και μονογονεϊκές κλπ. και η επικοινωνία-επαφή
των δύο πόλων δεν είναι καθημερινή αλλά γίνεται περιστασιακά. Και σ’ αυτή την
περίπτωση όμως «τα εγγόνια για τους παππούδες» έλεγε ο πατέρας «είναι
μεταβρασμένο τσίπουρο», εννοώντας ότι η σχέση αυτή είναι μοναδική. Μια σχέση η
οποία σημαίνει πάρα πολλά τόσο για τους παππούδες όσο και για τα παιδιά. Ειδικά
τα παιδιά, αν όχι όλα, τα περισσότερα απολαμβάνουν τις στιγμές που περνούν με
τους παππούδες τους. Απολαμβάνουν την ανεκτικότητα και τη λιγότερο αυστηρή
στάση τους, τα παιχνίδια και τα χατίρια που τους κάνουν, τις λιχουδιές που δε
δίνονται με μέτρο, τις ιστορίες που τους κάνουν να κρέμονται από τα χείλη τους,
τα χαλαρά ωράρια ύπνου, την αγάπη τους! Και οι παππούδες χαλαροί και
ανεξαρτητοποιημένοι ζουν ένα δώρο που τους προσφέρει η ζωή στην τελευταία φάση
της. Κατά την ταπεινή μου άποψη αυτό οφείλεται κατά ένα μέρος στη θρησκεία και
την παράδοση και κατά ένα άλλο μεγάλο μέρος στο γεγονός ότι τα ηλικιωμένα άτομα
είναι απελευθερωμένα από τις υποχρεώσεις και τις δεσμεύσεις του παρελθόντος και
γίνονται συναισθηματικά και ευάλωτα. Οι γιαγιάδες και οι παππούδες δεν έχουν
ανάγκη να αποδείξουν την αξία τους στους άλλους ή να πετύχουν επαγγελματικά,
αλλά σημασία γι’ αυτούς αποκτά η συντροφιά και η στήριξη μέσα από τις
οικογενειακές σχέσεις. Για τους παππούδες τα εγγόνια είναι ένα βήμα πιο μακριά,
είναι τα παιδιά των παιδιών τους και αυτή η γενεαλογική απόσταση δρα
απελευθερωτικά και τους επιτρέπει να προσεγγίσουν τα εγγόνια με τρόπο που δεν
μπόρεσαν να προσεγγίσουν τα δικά τους παιδιά. Απολαμβάνουν την αγκαλιά, τα
γλυκόλογα, τα χάδια, τις ατέλειωτες ώρες παιχνιδιού, τις συζητήσεις τους,
ακούραστα, σαν να είναι και οι ίδιοι παιδιά, κι έτσι κατά ένα τρόπο καλύπτουν
τις ελλείψεις τους και επανορθώνουν πιθανά σφάλματα του παρελθόντος»0.
Πόσο δύσκολο
ήταν να συνδυάσετε πολλά ιστορικά στοιχεία, με περιγραφές τοπίων και αντικειμένων;
Πώς τα δέσατε όλα αυτά;
|
Η αείμνιστη Κίρα Σίνου |
«Για
να θυμηθώ τα λόγια της αείμνηστης Κίρας Σίνου, όταν γράφεις ιστορικό
μυθιστόρημα δεν πραγματεύεσαι ένα ιστορικό γεγονός σαν να είναι αποκομμένο από
το κοινωνικοπολιτισμικό γίγνεσθαι της εποχής του. Δεν περιορίζεσαι στις μάχες
και τους πολέμους. Κάθε άλλο, οι μάχες και οι πόλεμοι ή για να το πω καλύτερα,
τα όποια ιστορικά στοιχεία πρέπει να διατρέχουν την υπόθεση μπολιασμένα με τα
στοιχεία της καθημερινότητας. Στο μυθιστόρημα δεν μπορείς να μη μιλήσεις για
τους ίδιους τους ήρωες-πρόσωπα, τις αγωνίες και τα συναισθήματά τους, τις
συνήθειες και τον τρόπο ζωής τους, το φαγητό, τα σκεύη και υλικά που
χρησιμοποιούσαν, τα ήθη και έθιμα, τις γιορτές και τις παραδόσεις τους. Δεν
μπορείς να μην περιγράψεις τα σπίτια και τους βοηθητικούς χώρους στους οποίους
έμεναν ή και το περιβάλλον στο οποίο ζούσαν… Και τα συνδυάζεις όλα αυτά με την
τέχνη του λόγου μετά από πολλή μελέτη και δουλειά και με την ίδια προσήλωση και
επιστημοσύνη που επιστρατεύει και ο μαιευτήρας χειρούργος την ώρα του επώδυνου
τοκετού.
Στο
εργαστήρι του μυθιστοριογράφου οι ώρες της συγγραφής είναι ώρες επίπονης και
εναγώνιας δημιουργίας κι αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο εγχείρημα. Στην
προκειμένη περίπτωση, χρειάστηκε να περάσουν οχτώ ολόκληρα χρόνια από τότε που
άρχισε η έρευνα και μελέτη των πηγών και αποτυπώθηκε στο χαρτί η πρώτη αράδα
μέχρι τη στιγμή που το «Όστρακο στα μαλλιά» έγινε βιβλίο και έφτασε στα χέρια
μου».
Αν σας έλεγαν
μια μέρα να διδάξετε το μάθημα της ιστορίας σε παιδιά ποια περίοδο θα διαλέγατε
και πως θα την αποδίδατε;
«Δε
χρειάζεται να μου το ζητήσουν, το κάνω ήδη. Λόγω της δεύτερης ιδιότητάς μου,
του δασκάλου, διδάσκω ιστορία στα παιδιά του Δημοτικού. Ανάλογα με την τάξη και
μια άλλη ιστορική περίοδο. Και το κάνω με τον ίδιο ζήλο και το ίδιο αίσθημα
ευθύνης. Μου είναι λοιπόν αδύνατο να διαλέξω μια συγκεκριμένη ιστορική περίοδο.
Η ελληνική ιστορία αποτελεί μια ολότητα κι ως τέτοια πρέπει να αντιμετωπίζεται
από αυτόν που έχει διδαχθεί και μελετήσει εις βάθος όλες τις επιμέρους
ιστορικές περιόδους.
Στέκομαι
λοιπόν στην πεμπτουσία της ερώτησης και λέω. Επειδή το μάθημα της Ιστορίας
πραγματεύεται γεγονότα του παρελθόντος, τα οποία απέχουν χρονικά από το τώρα, για
να γίνει προσιτό στα παιδιά-μαθητές ο διδάσκων οφείλει να προκαλέσει την
αμεσότητα. Να αποδώσει δηλαδή την κάθε ενότητα με τρόπο τέτοιο που τα ιστορικά
γεγονότα να φαίνεται ότι διαδραματίζονται την ώρα του μαθήματος. Πως; Με
εναλλακτικές μεθόδους διδασκαλίας, αξιοποιώντας όλα τα παιδαγωγικά εργαλεία που
έχει στη διάθεσή του. Μερικές από αυτές τις μεθόδους μπορεί να είναι: α) η
αναζήτηση, διασταύρωση και ερμηνεία μέσω της έρευνας των ιστορικών πηγών και
των πληροφοριών, β) η αφήγηση και παραμυθία, γ) η εμπλοκή των μαθητών μέσω του
θεατρικού παιχνιδιού στα διάφορα ιστορικά γεγονότα, δ) η παρότρυνση των μαθητών
να σταθούν κριτικά απέναντι στα γεγονότα εκφράζοντας κάθε φορά την άποψή τους
γι’ αυτά, ε) η βιωματική ομαδοσυνεργατική μάθηση, στ) όπου και όταν είναι
δυνατόν μέσω των επισκέψεων σε μουσεία και αρχαιολογικούς χώρους η επί τόπου
παρατήρηση και μελέτη των εκθεμάτων κλπ. Σε κάθε περίπτωση η διδασκαλία δε θα
πρέπει να περιορίζεται στα στενά πλαίσια της αίθουσας και στην καθ’ έδρας διδασκαλία,
αλλά ακόμη και τότε να εμπλουτίζεται με παιγνιώδεις εναλλακτικές μεθόδους».
Σας ενοχλεί που
οι νέες γενιές δείχνουν ανιστόρητες; Που οφείλεται αυτό; Και πως μπορεί να
αλλάξει;
«Σημασία
δεν έχει αν με ενοχλεί ή όχι. Σημασία έχει το ότι οι νέες γενιές φαίνεται να
αγνοούν ή και να συγχέουν σημαντικά ιστορικά γεγονότα και εποχές. Αλλά δεν
φταίνε οι νέοι γι’ αυτό. Όταν το μάθημα αποδίδεται στείρα, όταν το σχολικό
εγχειρίδιο, κακογραμμένο τις πιο πολλές φορές, περνά τα γεγονότα με γοργό ρυθμό
και αποσπασματικά, όταν το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα ευνοεί την αποστήθιση
και παπαγαλία, είναι φυσικό ο νέος να διαβάζει για το σήμερα, μόνο και μόνο για
να πάρει ένα καλό βαθμό, πολλές φορές γιατί του το ζητούν οι άλλοι και δεν
διαβάζει για τον ίδιο του τον εαυτό, δε διαβάζει για να αποκτήσει ιστορική
συνείδηση. Δεν έχει μάθει να ερευνά και να στέκεται κριτικά απέναντι σε καθετί
που μελετά. Δεν έχει μάθει να μελετά. Και γι’ αυτό ευθύνη έχουμε όλοι εμείς που
με τον έναν ή τον άλλο τρόπο συμβάλουμε στην οικοδόμηση της προσωπικότητας του.
Για να αλλάξει όλο αυτό θα πρέπει πρώτα απ’ όλα να αγαπήσουμε εμείς οι παραπάνω
αυτό που κάνουμε για να μπορέσουμε στη συνέχεια να μεταγγίσουμε και στους
νεότερους τη λαχτάρα και τη δίψα για γνώση. Φυσικά να εφαρμόσουμε όλα αυτά που
αναλύονται στο παραπάνω ερώτημα και η εκάστοτε εκπαιδευτική πολιτική να μην
αποσκοπεί στην εκπαίδευση των νέων αλλά στην παιδεία τους».
Υπάρχει χώρος
για όνειρα και σχέδια στην Ελλάδα των μνημονίων;
«Από
τη φύση μου είμαι αισιόδοξο άτομο, γι’ αυτό και πιστεύω πως υπάρχει ακόμα χώρος
και για όνειρα και για σχέδια. Η Ελλάδα των μνημονίων μπορεί να βγει από το
αδιέξοδο, μπορεί να γίνει και πάλι υπολογίσιμη και δυνατή. Αρκεί βέβαια να
βγούμε από το λήθαργο και την αποχαύνωση και να πετάξουμε ή και να κάψουμε τα
«μαγικά μαξιλάρια» πάνω στα οποία επιμελώς και μεθοδευμένα μας έχουν προ πολλού
υποβάλει να κοιμόμαστε. Και δεν πρέπει να μείνουμε στα όνειρα. Είναι καιρός πια
να αδράξουμε τη ζωή από τα μαλλιά. Να βασιστούμε στις δικές μας δυνάμεις και
χωρίς δάνεια, δεκανίκια και εργολάβους δανειστές να εργαστούμε σκληρά και να προχωρήσουμε
μπροστά. Δεν γίνεται αλλιώς. Είναι μονόδρομος η αλλαγή νοοτροπίας. Το αξίζουμε και
πάνω σ’ αυτό πρέπει να εργαστούμε, με σύνεση, με όραμα, με υγιείς και
αδιάφθορους πολιτικούς, για να σχεδιάσουμε, όλοι μαζί, την πορεία της Νέας
Ελλάδας. Είναι επιτακτική η ανάγκη να επενδύσουμε στην κοινωνική συνοχή και στο
συλλογικό καλό και να αξιοποιήσουμε με σύγχρονες μεθόδους την πρωτογενή
παραγωγή για να πατάξουμε μια και καλή την ανεργία και να πετύχουμε την
ανάπτυξη. Οφείλουμε πρωτίστως να επενδύσουμε στην παιδεία και την υγεία και να
εργαστούμε για τον άνθρωπο και το περιβάλλον του και όχι για των ολίγων ή τα
ξένα συμφέροντα».
Ποια είναι η
άποψη σας για βουλευτές που χαρακτηρίζουν τα αρχαία ελληνικά νεκρή γλώσσα και
μιλάνε για «συνωστισμούς» στην προκυμαία της Σμύρνης;
«Δε
θα ήθελα να σχολιάσω. Άλλωστε, όπως ήδη ανέφερα, σημασία δεν έχει ποια είναι η
δική μου άποψη, αλλά να γίνουν όλα αυτά που αναλύονται παραπάνω και που κατά
την ταπεινή μου γνώμη είναι αυτά που θα μας βοηθήσουν ως πολυπολιτισμική
κοινωνία να χαράξουμε μια νέα πορεία».
Είναι τυχαία η
επιλογή που έγινε για να γράψουν αυτοί οι ίδιοι άνθρωποι τα νεότερα βιβλία
ιστορίας;
«Δεν
ξέρω αν ήταν τυχαία ή όχι. Ξέρω μόνο ότι αυτού του είδους οι επιλογές και τακτικές
μόνο καλό δεν προσφέρουν».
Τα κρούσματα
βίας και ακροτήτων στην πολιτική αλλά και την κοινωνική ζωή σας ενοχλούν;
Υπάρχουν περιθώρια αντιμετώπισης τους;
«Είναι
κοινός τόπος ότι η βία, απ’ όπου κι αν προέρχεται, γεννάει βία κι αυτό μοιραία οδηγεί
την ίδια την κοινωνία σε αυτοκαταστροφή. Είναι λοιπόν φυσικό να με ενοχλούν όλα
όσα συμβαίνουν γύρω μας και αφορούν στα κρούσματα ωμής πολιτικής, πολιτισμικής
και κοινωνικής βίας. Κανένας φιλήσυχος άνθρωπος ή εργάτης του μόχθου και της
ζωής δεν επιθυμεί την καταστροφή του. Θα έλεγα λοιπόν, ως απλός πολίτης που
είμαι, να σκύψουμε όλοι με αίσθημα ευθύνης και γνώμονα τον ίδιο τον άνθρωπο
πάνω στα προβλήματά μας, στα βαθιά κοινωνικά και οικονομικοπολιτικά προβλήματα
που μας ταλανίζουν, και να τα επιλύσουμε, ξεπερνώντας τις όποιες διαφορές μας,
με σύνεση, ενότητα, ευθύνη προς τις νέες γενιές και αίσθημα δικαίου, χωρίς να
προτάσσουμε το εγώ αλλά το εμείς. Αν αλλάξουμε πορεία, αν κάνουμε πράξη όλα τα
παραπάνω και απαγκιστρωθούμε από τις αγκυλώσεις και τα σύνδρομα του
παρελθόντος, τότε ναι έχουμε περιθώρια όχι μόνο να πατάξουμε τη βία αλλά και να
ανακάμψουμε ως κράτος και να μεγαλουργήσουμε ως κοινωνία».
Ο ΜΕΡΚΟΥΡΙΟΣ
ΑΥΤΖΗΣ
γεννήθηκε στην Ξεχασμένη Ημαθίας. Σπούδασε παιδαγωγικά και θέατρο.
Μετεκπαιδεύτηκε σε θέματα γενικής αγωγής στο Μαράσλειο Διδασκαλείο και είναι
κάτοχος μάστερ λογοτεχνίας. Από το 1987 εργάζεται στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση.
Την οχταετία 1997-2005 ασχολήθηκε με το παιδικό θέατρο ως εμψυχωτής στο
θεατρικό εργαστήρι του Δήμου Μάνδρας Αττικής. Το 1994 έκανε την πρώτη του
εμφάνιση στη λογοτεχνία για παιδιά με το ανέκδοτο θεατρικό έργο Αν τα παιδιά
έχτιζαν το αύριο, κερδίζοντας εύφημη μνεία από τη Γυναικεία Λογοτεχνική
Συντροφιά. Συνολικά μέχρι τώρα έχει τιμηθεί τρεις φορές. Κείμενα του έχουν
συμπεριληφθεί σε συλλογές του Κύκλου του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου, της
Γυναικείας Λογοτεχνικής Συντροφιάς, καθώς και στο βιβλίο Η Γλώσσα μου της
τετάρτης τάξης του δημοτικού. Μετέχει ενεργά στον Κύκλο του Ελληνικού Παιδικού
Βιβλίου (Ελλ. Τμήμα της IBBY) από το 1998 και από το 2002 εκλέγεται σύμβουλος
και έφορος στο Δ.Σ. αυτού.
pinakio