Από το σωματείο "Έλληνες Φορολογούμενοι" και την Ανώνυμη Εταιρεία "Eurocapital" κατατέθηκε στο Συμβούλιο της Επικρατείας η πρώτη προσφυγή κατά του έκτακτου ειδικού τέλους ηλεκτροδοτούμενων δομημένων επιφανειών που θα εισπραχθεί μέσω των λογαριασμών της ΔΕΗ.
Οπως υποστηρίζουν στην προσφυγή τους η επιβολή του νέου τέλους -ουσιαστικά ένας νέος φόρος- αντίκειται σε μία πλειάδα διατάξεων του Συντάγματος, αλλά και σε διατάξεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ). Η
επιβολή του νέου φόρου είναι αντισυνταγματική (αντίθετη στα άρθρα 1 και 26 του Συντάγματος), αλλά και αντίθετη στη νομολογία (παλαιότερες αποφάσεις) του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου και του Συμβουλίου της Επικρατείας, υποστηρίζουν.
Διότι -όπως εξηγούν- η είσπραξη του επίμαχου φόρου ανατίθεται στη ΔΕΗ (υπολογισμός και είσπραξη τέλους ακινήτων, βεβαίωση παράβασης για μη πληρωμή και επιβολή διοικητικών κυρώσεων σε ιδιώτες), ενώ αυτό μπορεί να γίνει μόνο από όργανα της εκτελεστικής εξουσίας. Επιπλέον, κατά την άποψή τους, η άσκηση της δημόσιας εξουσίας από ιδιώτες, όπως είναι η ΔΕΗ στην προκειμένη περίπτωση, "νοθεύει και τη γενική αρχή του δημοκρατικού μας πολιτεύματος".
Στην προσφυγή επισημαίνουν ακόμη, ότι παραβιάζεται η αρχή της νομιμότητας του φόρου (άρθρο 78 του Συντάγματος), καθώς η χρήση της μεθόδου υπολογισμού που ακολουθεί η ΔΕΗ, συνιστά σιωπηρή αλλά ξεκάθαρη εξουσιοδότηση προς νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου (δηλαδή την ΔΕΗ) να καθορίσει το αντικείμενο του φόρου, το οποίο παρέλειψε να προσδιορίσει με επάρκεια ο ίδιος ο νόμος.
Κατά συνέπεια -αναφέρεται στην προσφυγή- το ειδικό τέλος ακινήτου αποτελεί φόρο περιουσίας, κατά το άρθρο 78 παράγραφος 1 του Συντάγματος, όπως άλλωστε ρητώς αποδέχεται και η αιτιολογική έκθεση του σχετικού τότε νομοσχεδίου και σήμερα νόμου 4021/2011.
Μεταξύ άλλων, παραβιάζεται η αρχή της φοροδοτικής ικανότητας του κάθε φορολογούμενου πολίτη (άρθρα 4 και 25 του Συντάγματος), καθώς η φορολογική υποχρέωση πρέπει να είναι ανάλογη της φοροδοτικής ικανότητας του κάθε πολίτη. Κι αυτό διότι "επιβάλει αδιακρίτως τον ίδιο φόρο (τέλος ακινήτων) σε όλους τους ιδιοκτήτες ακινήτων (δομημένων επιφανειών), με μόνα κριτήρια την τιμή ζώνης και την παλαιότητα του ηλεκτροδοτούμενου ακινήτου, χωρίς να συνυπολογίσει και το πραγματικό ετήσιο εισόδημα του καθενός ιδιοκτήτη ακινήτου, το οποίο κατά κοινή πείρα είναι ουσιωδώς διαφορετικό".
Σύμφωνα με τους προσφεύγοντες στο ΣτΕ, "το γεγονός ότι δύο φορολογούμενοι ιδιοκτήτες ακινήτων έχουν ένα ακίνητο της ίδιας αντικειμενικής αξίας και παλαιότητας με το ίδιο εμβαδόν τετραγωνικών μέτρων δεν σημαίνει, άνευ ετέρου, ότι έχουν και την ίδια οικονομική δυνατότητα να καταβάλλουν και τον ίδιο ετήσιο φόρο, λαμβανομένου υπ' όψιν ότι το ακίνητο δεν τους αποφέρει εισόδημα".
Επιπλέον, κατά τους προσφεύγοντες, παραβιάζεται και η αρχή της απαγόρευσης της διπλής φορολογίας, ενώ με την επιβολή του νέου τέλους επέρχεται και προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας που προστατεύεται από το άρθρο 2 του Συντάγματος, καθώς υποβαθμίζει τον φορολογούμενο ιδιοκτήτη, ακόμη και τον άνεργο και τον οικονομικά ασθενέστερο, σε αντικείμενο επίτευξης "εκτάκτων" δημοσιονομικών στόχων για τη μείωση ελλειμμάτων, η διακοπή της ηλεκτροδότησης σε άτομα που αδυνατούν να καταβάλλουν τον φόρο τους οδηγεί σε έσχατη εξαθλίωση και θέτει σε κίνδυνο την υγεία και την επιβίωσή τους, καθώς και επειδή ασκεί ένα είδος ψυχολογικής βίας και απειλής σε οικονομικά ασθενέστερα άτομα, τέτοια που δεν συνάδει με τα θεμελιώδη ατομικά δικαιώματα του Συντάγματός μας και τις δημοκρατικές παραδόσεις της χώρας μας.
Παράνομη χαρακτηρίζεται και η υπουργική απόφαση για τον πρόσθετο λόγο ότι αυθαίρετα η Πολιτεία με νομοθετική ρύθμιση ακυρώνει μονομερώς τις συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου που έχουν υπογραφεί οι καταναλωτές με τη ΔΕΗ για την παροχή ηλεκτροδότησης.
Ακόμη, σύμφωνα με το σωματείο παραβιάζεται και η ΕΣΔΑ, η οποία προστατεύει την ιδιοκτησία, αλλά επιπρόσθετα υπογραμμίζεται ότι "το δικαίωμα στην ατομική ιδιοκτησία αποτελεί ένα από τα θεμελιώδη και απαράγραπτα δικαιώματα του ανθρώπου και προστατεύεται και από την Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου".
Οι προσφεύγοντες υπογραμμίζουν ότι το τέλος προσβάλλει τον πυρήνα του συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος της ιδιοκτησίας, καθώς "η ενδεχόμενη αδυναμία καταβολής του φόρου από κάποιον ιδιοκτήτη οδηγεί σε de facto δήμευση και στέρηση της ατομικής ιδιοκτησίας του γιατί τον οδηγεί στον εξαναγκασμό πώλησης ή αξιοποίησης ιδιοκτησίας παρά τη θέληση του ιδιοκτήτη". Δηλαδή, η επιβολή του νέου τέλους "εμποδίζει τον ιδιοκτήτη από το να ασκεί το συνταγματικό δικαίωμα του για ιδιοκτησία, όπως αυτός θέλει".