- Στην Εισαγγελία και νέα υπόθεση με 14 οικονομικούς επιθεωρητές και ελεγκτές
- Ανάμεσα στους κατηγορούμενους και πρώην γενικός επιθεωρητής του υπ.Οικονομικών
- Μόλις πριν από ένα μήνα πήραν προαγωγή σε διευθυντικές θέσεις σε εφορίες “φιλέτα”
- Καταπέλτης το σκεπτικό του Αρείου Πάγου
Διαστάσεις... χιονοστιβάδας αποκτά η δικαστική έρευνα, που διενεργεί ο εισαγγελέας οικονομικού εγκλήματος Γρηγόρης Πεπόνης, για την ομάδα νυν και πρώην εφοριακών.
Σύμφωνα με το ΦΕΚ που αποκαλύπτει σήμερα το «Εθνος της Κυριακής», οι τρεις από τους επτά εφοριακούς που ελέγχονται και έχουν δικαστικές εκκρεμότητες εδώ και μια δεκαετία επιβραβεύτηκαν... από την υπηρεσία τους με προαγωγή σε εφορίες - «κλειδιά» αναλαμβάνοντας διευθυντικές θέσεις μόλις πριν από έναν μήνα!
Παράλληλα, σύμφωνα με δικαστικές πηγές, διευρύνεται ακόμη περισσότερο η υπόθεση, καθώς αναζητείται σχέση της υπόθεσης των επτά εφοριακών με άλλη μεγάλη παρόμοια, για την οποία διενεργείται ήδη ανάκριση, καθώς έχει ολοκληρωθεί το πρώτο στάδιο της έρευνας και έχει ασκηθεί ποινική δίωξη σε βαθμό κακουργήματος.
Κατηγορούμενοι είναι πρώην γενικός επιθεωρητής του υπουργείου Οικονομικών (επί κυβερνήσεως ΝΔ), καθώς και δεκατρείς οικονομικοί επιθεωρητές και ελεγκτές, που φέρονται ως κύκλωμα που διενεργούσε παράνομους επανελέγχους σε δήμους, κοινότητες αλλά και επιχειρήσεις, σβήνοντας πρόστιμα που είχαν επιβληθεί για τεράστιες οφειλές προς το Δημόσιο από φοροδιαφυγή και εικονικά τιμολόγια.
Στόχος του οικονομικού εισαγγελέα είναι να διερευνήσει εάν οι δύο ομάδες λειτουργούσαν ενδεχομένως ως συγκοινωνούντα δοχεία, καθώς υπάρχουν πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες συνδετικός κρίκος φέρεται άλλος εφοριακός, εμπλεκόμενος σε άλλη δίκη, για πλημμέλημα. Το ζητούμενο της εισαγγελικής έρευνας είναι να αποκαλυφθούν όλα τα πλοκάμια της διαπλοκής και της διαφθοράς στον συγκεκριμένο χώρο και να διαπιστωθεί εάν περιουσιακά στοιχεία ιλιγγιώδους αξίας, που φέρονται να κατέχουν ορισμένοι εφοριακοί μέσω offshore εταιρειών και συγγενικών τους προσώπων, είναι προϊόν του εργασιακού τους μόχθου ή αποτέλεσμα χρηματισμού τους.
Και... προαγωγή σε διευθυντικές καρέκλες και μάλιστα σε εφορίες-«φιλέτα» πήραν πριν από έναν μήνα από το υπουργείο Οικονομικών οι τρεις από τους επτά εφοριακούς, οι οποίοι έχουν μπει στο στόχαστρο του οικονομικού εισαγγελέα Γρηγόρη Πεπόνη, που διενεργεί έρευνα, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν ο πλούτος που φέρεται να τους ανήκει αποκτήθηκε νόμιμα ή είναι προιόν διαφθοράς και χρηματισμού από υποθέσεις που χειρίστηκαν ως ελεγκτές!
Οι τρεις εφοριακοί, οι οποίοι με απόφαση του υπουργού Οικονομικών προήχθησαν τον περασμένο μήνα σε διευθυντές εφοριών, όπως και οι άλλοι τέσσερις συνάδελφοί τους εκ των οποίων οι δύο έχουν συνταξιοδοτηθεί, κάθισαν την Παρασκευή για τρίτη φορά στο εδώλιο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, κατηγορούμενοι για απιστία στην υπηρεσία, καθώς φέρονται ότι προκάλεσαν ζημιά στο Δημόσιο, που άγγιζε τα 28 εκατ. ευρώ.
Η απόφαση του ΣΤ' Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου, η οποία είχε αναιρέσει την απαλλακτική απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων και τους έστειλε, για την ίδια υπόθεση, στο εδώλιο για τρίτη φορά, είχε εκδοθεί έξι μήνες πριν από την προαγωγή τους, στις 21 Ιουνίου του 2011, ενώ είχε δημοσιευθεί στις 16 Σεπτεμβρίου του 2011.
Το σκεπτικό, μάλιστα, των δικαστών του ΑΠ, που ζήτησαν την εκ νέου εκδίκαση της υπόθεσης, ήταν καταπέλτης, καθώς ανέφερε μεταξύ άλλων ότι το προηγούμενο δικαστήριο δεν είχε στην απόφασή του ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία «καθόσον δεν αιτιολογείται με σαφήνεια και χωρίς λογικά κενά και αντιφάσεις γιατί δεν πείσθηκε από τα αποδεικτικά μέσα, που αναφέρονται στα πρακτικά, για την ενοχή των κατηγορουμένων για την αποδιδόμενη σε αυτούς πράξη της απιστίας στην υπηρεσία...».
Είναι, λοιπόν, απορίας άξιον και προκαλεί πολλά ερωτήματα πώς και γιατί επιβραβεύτηκαν, ενώ υπήρχε η σοβαρή εκκρεμοδικία της κακουργηματικής απιστίας εναντίον τους, την οποία αποκλείεται να αγνοούσαν οι προϊστάμενοί τους...
Σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο ΦΕΚ της 8ης Δεκεμβρίου 2011, με απόφαση του υπουργού Οικονομικών τοποθετήθηκαν 97 εφοριακοί με βαθμό Α «σε θέσεις ευθύνης του Υπουργείου Οικονομικών».
Μεταξύ των προαχθέντων εφοριακών περιλαμβάνονται και τα ονόματα τριών εκ των κατηγορουμένων, δύο από τους οποίους τοποθετήθηκαν ως διευθυντές σε εφορίες των νότιων και των βόρειων προαστίων, ενώ ο τρίτος ως υποδιευθυντής Ελέγχου στην Εφορία Αθηνών.
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, οι εφοριακοί «ελάττωσαν εν γνώσει τους κατά τον προσδιορισμό των φόρων την περιουσία του Δημοσίου και για ωφέλεια της εταιρίας και κατ΄ επέκταση των μετόχων αυτής», περίπου κατά το ποσόν των 27.879.000 ευρώ.
Την υπόθεση είχε αποκαλύψει στη Δικαιοσύνη μία συνάδελφός τους -σήμερα συνταξιούχος- η οποία φέρεται ότι όχι μόνο αρνήθηκε να συνεργαστεί μαζί τους, αλλά τους είχε καταγγείλει γύρω στα τέλη του 2001, όταν ως ελέγκτρια φορολογικού εισοδήματος ανέλαβε τον έλεγχο μεγάλης εταιρείας.
Η καταγγέλλουσα, που υπέστη επί σειρά ετών πειθαρχικές και ποινικές διώξεις, για τις οποίες έχει απαλλαγεί, είχε καταλήξει αρχικά σε φόρους σε βάρος της ελεγχόμενης εταιρείας, ύψους περίπου 12,5 δισ. δραχμές (36 εκατ. ευρώ).
Ωστόσο, σύμφωνα με όσα ισχυρίστηκε τότε, μετά από πιέσεις ορισμένων από τους εμπλεκόμενους στην υπόθεση εφοριακούς, προχώρησε σε σχεδόν ολικές μειώσεις, τις οποίες όμως απέσυρε στο τέλος και έπραξε το καθήκον της, επιβάλλοντας τους αναλογούντες φόρους.
Στόχος του οικονομικού εισαγγελέα είναι να διερευνήσει εάν οι δύο ομάδες λειτουργούσαν ενδεχομένως ως συγκοινωνούντα δοχεία, καθώς υπάρχουν πληροφορίες, σύμφωνα με τις οποίες συνδετικός κρίκος φέρεται άλλος εφοριακός, εμπλεκόμενος σε άλλη δίκη, για πλημμέλημα.
Σύντομη αλλά... θυελλώδης ήταν η διαδικασία στο Γ' Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων την περασμένη Παρασκευή, όπου κάθισαν στο εδώλιο κατηγορούμενοι για τρίτη φορά οι επτά νυν και πρώην εφοριακοί, για την υπόθεση της απιστίας στην υπηρεσία κατά την οποία η ζημιά που προκάλεσαν στο Δημόσιο αγγίζει τα 28 εκατομμύρια ευρώ.
Η δίκη διακόπηκε για τις 23 Ιανουαρίου, καθώς δημιουργήθηκε θέμα με την εισαγγελέα της έδρας, η οποία ζήτησε την αυτοεξαίρεσή της επειδή ήταν η ίδια εισαγγελέας (!) και στην προηγούμενη δίκη των επτά κατηγορουμένων στο ίδιο δικαστήριο, το οποίο τους είχε απαλλάξει το 2010.
Το εντυπωσιακό και περίεργο στην υπόθεση είναι ότι αυτό συνέβη όταν ακόμη και το ΣΤ' ποινικό τμήμα του ΑΠ, που αναίρεσε τη συγκεκριμένη απαλλακτική απόφαση και έστειλε ξανά στο εδώλιο τους κατηγορουμένους, στο διατακτικό της απόφασής του ανέφερε πως πρέπει να δικάσουν άλλοι δικαστές και όχι οι ίδιοι.
Τι είπε η εισαγγελέας
Επί λέξει: «Παραπέμπει την υπόθεση κατά το αναιρούμενο μέρος για νέα συζήτηση, κατά το μέρος αυτό, στο ίδιο Δικαστήριο, το οποίο θα συγκροτηθεί από δικαστές άλλους, εκτός εκείνων που δίκασαν προηγουμένως».
Η εισαγγελέας της έδρας, η οποία έπρεπε να έχει υποβάλει εγγράφως την αίτηση αποχής της τις προηγούμενες ημέρες, ώστε στο μεταξύ να έχει συνεδριάσει το δικαστικό συμβούλιο και να έχει οριστεί άλλος εισαγγελέας, υποστήριξε στο δικαστήριο ότι δεν το έκανε επειδή πίστευε πως λόγω της αποχής των δικηγόρων δεν θα γινόταν η δίκη.
Εντυπωσιακό είναι επίσης το γεγονός ότι ο ΔΣΑ χορήγησε άδεια στους συνηγόρους των κατηγορουμένων να παρασταθούν στο δικαστήριο -παρά την αποχή- ενώ κατά τη συνήθη πρακτική του χορηγεί άδειες σε συνηγόρους κρατουμένων και σε υποθέσεις που κινδυνεύουν με παραγραφή.
Στο στόχαστρο αδελφό κύκλωμα
Οι 14 εφοριακοί εναντίον των οποίων ασκήθηκε, προ 8μήνου, ποινική δίωξη και τους απαγορεύτηκε η έξοδος από τη χώρα, βαρύνονται με το αδίκημα της ψευδούς βεβαίωσης, από κοινού και κατά μόνας, και ηθικής αυτουργίας, καθώς την περίοδο 2003-2008, σύμφωνα με καταγγελίες, φέρεται να διενεργούσαν επανελέγχους σε φορείς και επιχειρήσεις που είχαν βεβαιωμένα πρόστιμα, με αποτέλεσμα είτε να μειώνονται τα ποσά είτε να εξαλείφονται.
Σε αναφορά-καταγγελία συγκεκριμένης επιθεωρήτριας, απαριθμούνται συγκεκριμένες παράνομες αποφάσεις επανελέγχου και αναφέρονται ονόματα εμπλεκόμενων επιθεωρητών-εφοριακών. Μάλιστα σε πολλές από αυτές, υπήρξαν οικονομικοί έφοροι που εξέφρασαν σοβαρές επιφυλάξεις, λέγοντας ότι «αυτό δεν μπορούμε να το κάνουμε, είναι παράνομο».
Σε άλλες καταγγελίες αναλύεται πώς διαστρεβλώνονταν από τα «μέλη της συμμορίας» τα στοιχεία μιας υπόθεσης με τέτοιον τρόπο, που ακόμη και γνώστες μπορούσαν να εξαπατηθούν. Ετσι επεδίωκαν η επανεξέταση να γίνει από τις λιγότερο εξειδικευμένες υπηρεσίες, φροντίζοντας να χαρακτηρίσουν την κολάσιμη πράξη που επέσυρε το πρόστιμο από «έλλειμμα» «θετική ζημία» και, καθώς τα όρια των δύο εννοιών δεν είναι ευδιάκριτα για τους μη ειδικούς, ικανοποιούνταν το αίτημα του επανελέγχου.
Η ζημιά του Δημοσίου από το κύκλωμα των επιθεωρητών δεν προέρχεται μόνο από τους επανελέγχους, αλλά χρησιμοποιήθηκαν και άλλες μέθοδοι, όπως καθυστερήσεις ελέγχων, αποστολή εγγράφων σε αναρμόδιες υπηρεσίες και με τη χρονοτριβή εξαντλούνταν οι προθεσμίες, ενώ, όπως καταγγέλλουν επιθεωρητές, πλήθος ελέγχων με εντολή του διευθυντή δεν προχωρούσαν!
- Ανάμεσα στους κατηγορούμενους και πρώην γενικός επιθεωρητής του υπ.Οικονομικών
- Μόλις πριν από ένα μήνα πήραν προαγωγή σε διευθυντικές θέσεις σε εφορίες “φιλέτα”
- Καταπέλτης το σκεπτικό του Αρείου Πάγου
Διαστάσεις... χιονοστιβάδας αποκτά η δικαστική έρευνα, που διενεργεί ο εισαγγελέας οικονομικού εγκλήματος Γρηγόρης Πεπόνης, για την ομάδα νυν και πρώην εφοριακών.
Σύμφωνα με το ΦΕΚ που αποκαλύπτει σήμερα το «Εθνος της Κυριακής», οι τρεις από τους επτά εφοριακούς που ελέγχονται και έχουν δικαστικές εκκρεμότητες εδώ και μια δεκαετία επιβραβεύτηκαν... από την υπηρεσία τους με προαγωγή σε εφορίες - «κλειδιά» αναλαμβάνοντας διευθυντικές θέσεις μόλις πριν από έναν μήνα!
Παράλληλα, σύμφωνα με δικαστικές πηγές, διευρύνεται ακόμη περισσότερο η υπόθεση, καθώς αναζητείται σχέση της υπόθεσης των επτά εφοριακών με άλλη μεγάλη παρόμοια, για την οποία διενεργείται ήδη ανάκριση, καθώς έχει ολοκληρωθεί το πρώτο στάδιο της έρευνας και έχει ασκηθεί ποινική δίωξη σε βαθμό κακουργήματος.
Κατηγορούμενοι είναι πρώην γενικός επιθεωρητής του υπουργείου Οικονομικών (επί κυβερνήσεως ΝΔ), καθώς και δεκατρείς οικονομικοί επιθεωρητές και ελεγκτές, που φέρονται ως κύκλωμα που διενεργούσε παράνομους επανελέγχους σε δήμους, κοινότητες αλλά και επιχειρήσεις, σβήνοντας πρόστιμα που είχαν επιβληθεί για τεράστιες οφειλές προς το Δημόσιο από φοροδιαφυγή και εικονικά τιμολόγια.
Στόχος του οικονομικού εισαγγελέα είναι να διερευνήσει εάν οι δύο ομάδες λειτουργούσαν ενδεχομένως ως συγκοινωνούντα δοχεία, καθώς υπάρχουν πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες συνδετικός κρίκος φέρεται άλλος εφοριακός, εμπλεκόμενος σε άλλη δίκη, για πλημμέλημα. Το ζητούμενο της εισαγγελικής έρευνας είναι να αποκαλυφθούν όλα τα πλοκάμια της διαπλοκής και της διαφθοράς στον συγκεκριμένο χώρο και να διαπιστωθεί εάν περιουσιακά στοιχεία ιλιγγιώδους αξίας, που φέρονται να κατέχουν ορισμένοι εφοριακοί μέσω offshore εταιρειών και συγγενικών τους προσώπων, είναι προϊόν του εργασιακού τους μόχθου ή αποτέλεσμα χρηματισμού τους.
Και... προαγωγή σε διευθυντικές καρέκλες και μάλιστα σε εφορίες-«φιλέτα» πήραν πριν από έναν μήνα από το υπουργείο Οικονομικών οι τρεις από τους επτά εφοριακούς, οι οποίοι έχουν μπει στο στόχαστρο του οικονομικού εισαγγελέα Γρηγόρη Πεπόνη, που διενεργεί έρευνα, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν ο πλούτος που φέρεται να τους ανήκει αποκτήθηκε νόμιμα ή είναι προιόν διαφθοράς και χρηματισμού από υποθέσεις που χειρίστηκαν ως ελεγκτές!
Οι τρεις εφοριακοί, οι οποίοι με απόφαση του υπουργού Οικονομικών προήχθησαν τον περασμένο μήνα σε διευθυντές εφοριών, όπως και οι άλλοι τέσσερις συνάδελφοί τους εκ των οποίων οι δύο έχουν συνταξιοδοτηθεί, κάθισαν την Παρασκευή για τρίτη φορά στο εδώλιο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, κατηγορούμενοι για απιστία στην υπηρεσία, καθώς φέρονται ότι προκάλεσαν ζημιά στο Δημόσιο, που άγγιζε τα 28 εκατ. ευρώ.
Η απόφαση του ΣΤ' Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου, η οποία είχε αναιρέσει την απαλλακτική απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων και τους έστειλε, για την ίδια υπόθεση, στο εδώλιο για τρίτη φορά, είχε εκδοθεί έξι μήνες πριν από την προαγωγή τους, στις 21 Ιουνίου του 2011, ενώ είχε δημοσιευθεί στις 16 Σεπτεμβρίου του 2011.
Το σκεπτικό, μάλιστα, των δικαστών του ΑΠ, που ζήτησαν την εκ νέου εκδίκαση της υπόθεσης, ήταν καταπέλτης, καθώς ανέφερε μεταξύ άλλων ότι το προηγούμενο δικαστήριο δεν είχε στην απόφασή του ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία «καθόσον δεν αιτιολογείται με σαφήνεια και χωρίς λογικά κενά και αντιφάσεις γιατί δεν πείσθηκε από τα αποδεικτικά μέσα, που αναφέρονται στα πρακτικά, για την ενοχή των κατηγορουμένων για την αποδιδόμενη σε αυτούς πράξη της απιστίας στην υπηρεσία...».
Είναι, λοιπόν, απορίας άξιον και προκαλεί πολλά ερωτήματα πώς και γιατί επιβραβεύτηκαν, ενώ υπήρχε η σοβαρή εκκρεμοδικία της κακουργηματικής απιστίας εναντίον τους, την οποία αποκλείεται να αγνοούσαν οι προϊστάμενοί τους...
Σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο ΦΕΚ της 8ης Δεκεμβρίου 2011, με απόφαση του υπουργού Οικονομικών τοποθετήθηκαν 97 εφοριακοί με βαθμό Α «σε θέσεις ευθύνης του Υπουργείου Οικονομικών».
Μεταξύ των προαχθέντων εφοριακών περιλαμβάνονται και τα ονόματα τριών εκ των κατηγορουμένων, δύο από τους οποίους τοποθετήθηκαν ως διευθυντές σε εφορίες των νότιων και των βόρειων προαστίων, ενώ ο τρίτος ως υποδιευθυντής Ελέγχου στην Εφορία Αθηνών.
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, οι εφοριακοί «ελάττωσαν εν γνώσει τους κατά τον προσδιορισμό των φόρων την περιουσία του Δημοσίου και για ωφέλεια της εταιρίας και κατ΄ επέκταση των μετόχων αυτής», περίπου κατά το ποσόν των 27.879.000 ευρώ.
Την υπόθεση είχε αποκαλύψει στη Δικαιοσύνη μία συνάδελφός τους -σήμερα συνταξιούχος- η οποία φέρεται ότι όχι μόνο αρνήθηκε να συνεργαστεί μαζί τους, αλλά τους είχε καταγγείλει γύρω στα τέλη του 2001, όταν ως ελέγκτρια φορολογικού εισοδήματος ανέλαβε τον έλεγχο μεγάλης εταιρείας.
Η καταγγέλλουσα, που υπέστη επί σειρά ετών πειθαρχικές και ποινικές διώξεις, για τις οποίες έχει απαλλαγεί, είχε καταλήξει αρχικά σε φόρους σε βάρος της ελεγχόμενης εταιρείας, ύψους περίπου 12,5 δισ. δραχμές (36 εκατ. ευρώ).
Ωστόσο, σύμφωνα με όσα ισχυρίστηκε τότε, μετά από πιέσεις ορισμένων από τους εμπλεκόμενους στην υπόθεση εφοριακούς, προχώρησε σε σχεδόν ολικές μειώσεις, τις οποίες όμως απέσυρε στο τέλος και έπραξε το καθήκον της, επιβάλλοντας τους αναλογούντες φόρους.
Στόχος του οικονομικού εισαγγελέα είναι να διερευνήσει εάν οι δύο ομάδες λειτουργούσαν ενδεχομένως ως συγκοινωνούντα δοχεία, καθώς υπάρχουν πληροφορίες, σύμφωνα με τις οποίες συνδετικός κρίκος φέρεται άλλος εφοριακός, εμπλεκόμενος σε άλλη δίκη, για πλημμέλημα.
Σύντομη αλλά... θυελλώδης ήταν η διαδικασία στο Γ' Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων την περασμένη Παρασκευή, όπου κάθισαν στο εδώλιο κατηγορούμενοι για τρίτη φορά οι επτά νυν και πρώην εφοριακοί, για την υπόθεση της απιστίας στην υπηρεσία κατά την οποία η ζημιά που προκάλεσαν στο Δημόσιο αγγίζει τα 28 εκατομμύρια ευρώ.
Η δίκη διακόπηκε για τις 23 Ιανουαρίου, καθώς δημιουργήθηκε θέμα με την εισαγγελέα της έδρας, η οποία ζήτησε την αυτοεξαίρεσή της επειδή ήταν η ίδια εισαγγελέας (!) και στην προηγούμενη δίκη των επτά κατηγορουμένων στο ίδιο δικαστήριο, το οποίο τους είχε απαλλάξει το 2010.
Το εντυπωσιακό και περίεργο στην υπόθεση είναι ότι αυτό συνέβη όταν ακόμη και το ΣΤ' ποινικό τμήμα του ΑΠ, που αναίρεσε τη συγκεκριμένη απαλλακτική απόφαση και έστειλε ξανά στο εδώλιο τους κατηγορουμένους, στο διατακτικό της απόφασής του ανέφερε πως πρέπει να δικάσουν άλλοι δικαστές και όχι οι ίδιοι.
Τι είπε η εισαγγελέας
Επί λέξει: «Παραπέμπει την υπόθεση κατά το αναιρούμενο μέρος για νέα συζήτηση, κατά το μέρος αυτό, στο ίδιο Δικαστήριο, το οποίο θα συγκροτηθεί από δικαστές άλλους, εκτός εκείνων που δίκασαν προηγουμένως».
Η εισαγγελέας της έδρας, η οποία έπρεπε να έχει υποβάλει εγγράφως την αίτηση αποχής της τις προηγούμενες ημέρες, ώστε στο μεταξύ να έχει συνεδριάσει το δικαστικό συμβούλιο και να έχει οριστεί άλλος εισαγγελέας, υποστήριξε στο δικαστήριο ότι δεν το έκανε επειδή πίστευε πως λόγω της αποχής των δικηγόρων δεν θα γινόταν η δίκη.
Εντυπωσιακό είναι επίσης το γεγονός ότι ο ΔΣΑ χορήγησε άδεια στους συνηγόρους των κατηγορουμένων να παρασταθούν στο δικαστήριο -παρά την αποχή- ενώ κατά τη συνήθη πρακτική του χορηγεί άδειες σε συνηγόρους κρατουμένων και σε υποθέσεις που κινδυνεύουν με παραγραφή.
Στο στόχαστρο αδελφό κύκλωμα
Οι 14 εφοριακοί εναντίον των οποίων ασκήθηκε, προ 8μήνου, ποινική δίωξη και τους απαγορεύτηκε η έξοδος από τη χώρα, βαρύνονται με το αδίκημα της ψευδούς βεβαίωσης, από κοινού και κατά μόνας, και ηθικής αυτουργίας, καθώς την περίοδο 2003-2008, σύμφωνα με καταγγελίες, φέρεται να διενεργούσαν επανελέγχους σε φορείς και επιχειρήσεις που είχαν βεβαιωμένα πρόστιμα, με αποτέλεσμα είτε να μειώνονται τα ποσά είτε να εξαλείφονται.
Σε αναφορά-καταγγελία συγκεκριμένης επιθεωρήτριας, απαριθμούνται συγκεκριμένες παράνομες αποφάσεις επανελέγχου και αναφέρονται ονόματα εμπλεκόμενων επιθεωρητών-εφοριακών. Μάλιστα σε πολλές από αυτές, υπήρξαν οικονομικοί έφοροι που εξέφρασαν σοβαρές επιφυλάξεις, λέγοντας ότι «αυτό δεν μπορούμε να το κάνουμε, είναι παράνομο».
Σε άλλες καταγγελίες αναλύεται πώς διαστρεβλώνονταν από τα «μέλη της συμμορίας» τα στοιχεία μιας υπόθεσης με τέτοιον τρόπο, που ακόμη και γνώστες μπορούσαν να εξαπατηθούν. Ετσι επεδίωκαν η επανεξέταση να γίνει από τις λιγότερο εξειδικευμένες υπηρεσίες, φροντίζοντας να χαρακτηρίσουν την κολάσιμη πράξη που επέσυρε το πρόστιμο από «έλλειμμα» «θετική ζημία» και, καθώς τα όρια των δύο εννοιών δεν είναι ευδιάκριτα για τους μη ειδικούς, ικανοποιούνταν το αίτημα του επανελέγχου.
Η ζημιά του Δημοσίου από το κύκλωμα των επιθεωρητών δεν προέρχεται μόνο από τους επανελέγχους, αλλά χρησιμοποιήθηκαν και άλλες μέθοδοι, όπως καθυστερήσεις ελέγχων, αποστολή εγγράφων σε αναρμόδιες υπηρεσίες και με τη χρονοτριβή εξαντλούνταν οι προθεσμίες, ενώ, όπως καταγγέλλουν επιθεωρητές, πλήθος ελέγχων με εντολή του διευθυντή δεν προχωρούσαν!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου